SlideShare uma empresa Scribd logo
1 de 139
Baixar para ler offline
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ
ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
Η Θεμελίωση και ο Αποκλεισμός της Ατομικής
Ποινικής Ευθύνης στο Διεθνές Ποινικό Δίκαιο
Διπλωματική Διατριβή στο Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο
Επιβλέπουσα: Ε. Συμεωνίδου - Καστανίδου
Εισηγητής: Αϊδινλής Στέργιος (ΑΕΜ: 600724)
Θεσσαλονίκη, Ιούνιος 2015
Περιεχόμενα
Πίνακας Συντομογραφιών ...............................................................i-ii
Εισαγωγή..............................................................................................1
Μέρος Πρώτο – Το Διεθνές Έγκλημα και η Διεθνής Ποινική
Ευθύνη ..................................................................................................6
1Α. Η Δογματική Ιδιαιτερότητα του Διεθνούς Εγκλήματος................................................................... 7
i. Η Έναρξη της Συζήτησης για το Διεθνές Ποινικό Δίκαιο και η Προβληματική για τον Προσδιορισμό
του Διεθνούς Εγκλήματος ....................................................................................................................... 7
ii. Η Δικαιοπαραγωγική Μέθοδος της Διεθνούς Έννομης Τάξης: η Διεθνής «Εγκληματοποίηση» μέσα
από την Τυποποίηση στις Διεθνείς Συνθήκες ........................................................................................ 10
iii. Διεθνές Έγκλημα και Διεθνικό Έγκλημα .......................................................................................... 15
iv. Τα Ποιοτικά Κριτήρια και τα Δομικά Χαρακτηριστικά του stricto sensu Διεθνούς Εγκλήματος....... 18
1Β. Η Φύση της Διεθνούς Ποινικής Ευθύνης....................................................................................... 25
i. Η Ποινική Ευθύνη στο Διεθνές Δίκαιο: Κρατική ή Ατομική Ευθύνη;................................................. 26
ii. Η Ατομική Ποινική Ευθύνη στο Διεθνές Ποινικό Δίκαιο: η Γένεση στο Διεθνές Στρατιωτικό Ποινικό
Δικαστήριο της Νυρεμβέργης................................................................................................................. 30
iii. Η Δογματική Εξέλιξη της Ατομικής Ποινικής Ευθύνης στα ad hoc Διεθνή Ποινικά Δικαστήρια: η
«Κοινή Εγκληματική Επιχείρηση........................................................................................................... 36
iv. Η Θεώρηση της Ατομικής Ποινικής Ευθύνης στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο: ο Έλεγχος επί του
Εγκλήματος............................................................................................................................................ 42
Μέρος Δεύτερο - Ο Αποκλεισμός της Ποινικής Ευθύνης στο
Διεθνές Ποινικό Δίκαιο .....................................................................50
2Α. Η Προβληματική του Αποκλεισμού της Ατομικής Ποινικής Ευθύνης στο Διεθνές Ποινικό
Δίκαιο
.............................................................................................................................................................. 50
2Β. Η Συστηματική Οριοθέτηση και τα Είδη των Λόγων Αποκλεισμού της Ποινική Ευθύνης στο
Διεθνές Ποινικό Δίκαιο......................................................................................................................... 55
i. Η Βασική Διάκριση: «Λόγοι Δικαιολόγησης της Πράξης» («Justifications») και «Λόγοι
Συγχώρησης του Δράστη» («Excuses») .................................................................................... 55
ii. Οι Άλλες Διακρίσεις και το Βάρος Απόδειξης στους Λόγους Αποκλεισμού της Ευθύνης........... 58
2Γ. Ο Αποκλεισμός της Ποινικής Ευθύνης στη Νομολογία των Διεθνών Ποινικών Δικαστηρίων... 61
i. Η Άμυνα (Self-defence) ............................................................................................................ 62
ii. Η Κατάσταση Ανάγκης / Εξαναγκασμός από Απειλή (Necessity/Duress)................................. 71
iii. Η Προσταγή Ανωτέρου (Superior Orders)............................................................................... 81
iv. Η Πραγματική και Νομική Πλάνη (Mistake of Fact – Mistake of Law)................................... 85
v. Η Διατάραξη Πνευματικών Λειτουργιών λόγω Φρενοβλάβειας (Insanity)............................... 91
vi. Η ατομική ποινική ευθύνη του συμμετόχου............................................................................... 94
Μέρος Τρίτο - Τα Πορίσματα τής Σύγκρισης και ή Προτεινόμενη
Αντιμετώπιση από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.......................97
3Α. Ανάλυση και Συμπεράσματα: Ομοιότητες και Διαφορές μεταξύ του Διεθνούς και του
Εθνικού Συστήματος................................................................................................................97
i. Η ατομική ποινική ευθύνη στο ελληνικό και το διεθνές ποινικό δίκαιο.................................... 97
ii. Η άμυνα στο ελληνικό και το διεθνές ποινικό δίκαιο.............................................................. 100
iii. Η κατάσταση ανάγκης στο ελληνικό και το διεθνές ποινικό δίκαιο......................................... 105
iv. Οι άλλοι λόγοι αποκλεισμού της ευθύνης στο ελληνικό και το διεθνές ποινικό δίκαιο............ 106
3B. Πορίσματα και Προτάσεις: Η Αιτία της Επιφυλακτικής Αντιμετώπισης των Λόγων
Αποκλεισμού της Ευθύνης και η Προτεινόμενη Αντιμετώπιση............................................111
i. Η επιφυλακτική αντιμετώπιση των λόγων αποκλεισμού της ευθύνης στο διεθνές ποινικό
δίκαιο
......................................................................................................................................... 111
ii. Καταληκτικές παρατηρήσεις: η προτεινόμενη αντιμετώπιση από το Διεθνές Ποινικό
Δικαστήριο
......................................................................................................................................... 115
Συγκεντρωτική Βιβλιογραφία........................................................118
Ι | Ε ι σ α γ ω γ ή
ΠΙΝΑΚΑΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΩΝ
βλ. βλέπε
ΔΠΔ Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο
ΔΠΔΓ Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία
ΔΠΔΡ Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την Ρουάντα
επ. επόμενα
επιμ. Επιμέλεια
ό.π. όπως ανωτέρω
ΠΚ Ποινικός Κώδικας
ΠοινΔικ Ποινική Δικαιοσύνη
ΠοινΛογ Ποινικός Λόγος
π.χ. παραδείγματος χάριν
ΠΧρ / ΠοινΧρ Ποινικά Χρονικά
Σ. Σύνταγμα 1975/86
σελ. σελίδα / σελίδες
Υπέρ. Υπεράσπιση
AJCL American Journal of Criminal Law
AUILR American University International Law Review
BRIT. Y.B. INT’L L British Yearbook of International Law
CILJ Cornell International Law Journal
CLP Current Legal Problems
CLR Cardozo Law Review
DJILP Denver Journal of International Law and Policy
EJIL European Journal of International Law
HRLR Human Rights Law Review
ICC International Criminal Court
ICLR International Criminal Law Review
ICLQ International & Comparative Law Quarterly
ICTY International Criminal Tribunal for the former Yugoslavia
IΙ | Ε ι σ α γ ω γ ή
ICTR International Criminal Tribunal for Rwanda
IMT International Military Tribunal
IMTFE International Military Tribunal for the Far East
Iss. issue
JICJ Journal of International Criminal Justice
JCLCR Journal of Criminal Law and Criminology
J. Crim. L. Journal of Criminal Law, Criminology and Police Science
Criminology &
Police Sci.
LJIL Leiden Journal of International Law
Melb J Int’l L Melbourne Journal of International Law
NELR New England Law Review
No. number
QBD Queen’s Bench Division
RIDP Revue Internationale de Droit processuel
UNTS United Nations Treaty Series
VJTL Vanderbilt Journal of Transnational Law
Vol. volume
YILC Yearbook of International Law Commission
1 | Ε ι σ α γ ω γ ή
Εισαγωγή
Δεκαεπτά χρόνια μετά την υπογραφή του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού
Δικαστηρίου στην Ρώμη από 120 κράτη-μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών
στις 17 Ιουλίου 1998 και δεκατρία μετά την ενεργοποίηση της δικαιοδοσίας του την
1η
Ιουλίου 2002,1
ο απολογισμός του ιστορικού εγχειρήματος της ίδρυσης μιας
μόνιμης διεθνούς ποινικής δικαιοδοσίας με στόχο το τέλος της ατιμωρησίας για τους
δράστες των πιο σοβαρών εγκλημάτων που αφορούν το σύνολο της διεθνούς
κοινότητας αποτελεί ζήτημα διεθνούς προβληματισμού και συζήτησης. Δεν μπορεί να
αμφισβητηθεί ότι η ίδρυση ενός μόνιμου διεθνούς δικαιοδοτικού οργάνου, το οποίο
μάλιστα λειτουργεί συμπληρωματικά στις εθνικές ποινικές δικαιοδοσίες,2
χαρακτηρίζεται εξ υπαρχής με πολύ σημαντικές δυσχέρειες ως προς την προσέγγιση
θεμελιακά διαφορετικών αντιλήψεων για το δίκαιο, αλλά και στηρίζεται πάνω απ’
όλα ως διακυβερνητικός οργανισμός στην βούληση των κρατών-μελών του να
συνεργαστούν για την υλοποίηση του κοινού σκοπού.
Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, ωστόσο, και το ότι έχουν καταγραφεί ζητήματα που
δημιουργούν προβληματισμό για την αξιοπιστία και την ανεξαρτησία του
εγχειρήματος, όπως η επιλογή να ερευνώνται κατ’ αποκλειστικότητα υποθέσεις που
αφορούν την αφρικανική ήπειρο στην περιορισμένη μέχρι σήμερα σε έκταση
1
Μετά την επικύρωση από 60 κράτη-μέλη, όπως προβλέπεται στο άρθρο 126 του καταστατικού. Η
κατάθεση των επικυρώσεων που ενεργοποίησε την δικαιοδοσία του δικαστηρίου έγινε στις 11
Απριλίου 2002 σε μία ειδική τελετή στη Νέα Υόρκη από δέκα χώρες ταυτόχρονα, την Βοσνία –
Ερζεγοβίνη, την Βουλγαρία, την Καμπότζη, την Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, την Ιρλανδία, την
Ιορδανία, την Μογγολία, τον Νίγηρα, την Ρουμανία και την Σλοβακία, βλ. το δελτίο τύπου της
Διεθνούς Αμνηστίας, Amnesty International, The International Criminal Court - a historic development
in the fight for justice, 11 Απριλίου 2002, διαδικτυακά διαθέσιμο στο http://tinyurl.com/np4h5mu
[τελευταία επίσκεψη στις 26 Ιουνίου 2015].
2
Για την αρχή της συμπληρωματικότητας (principle of complementarity) ως θεμελιώδη αρχή του
καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (εφεξής: ΔΠΔ) βλ. M. Benzing, The
Complementarity Regime of the International Criminal Court: International Criminal Justice between
State Sovereignty and the Fight against Impunity, Max Planck UNYB Vol. 7, 2003, σελ. 591επ., A.
Cassese, INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, Oxford University Press, 1η
έκδοση, 2003, σελ. 348. Σε αντίθεση
με τα ad hoc διεθνή ποινικά δικαστήρια που είχαν προτεραιότητα σε σχέση με τα εθνικά ποινικά
δικαστήρια, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο επιλαμβάνεται παραδεκτά μιας υπόθεσης μόνον όταν
υπάρχει ανικανότητα ή απροθυμία των εθνικών δικαιοδοτικών αρχών να αποδώσουν δικαιοσύνη.
2 | Ε ι σ α γ ω γ ή
νομολογία του δικαστηρίου.3
Η επιλογή αυτή αποτέλεσε πλήγμα για τα εχέγγυα
αμεροληψίας που απαιτείται να έχει ένα όργανο επιφορτισμένο με διεθνή
δικαιοδοτικά καθήκοντα, δημιουργώντας έντονες αντιδράσεις στα αφρικανικά κράτη-
μέλη, τα οποία εξέφρασαν μέσω του περιφερειακού διεθνούς οργανισμού της
Αφρικανικής Ένωσης την αντίρρησή τους στην δυσανάλογη ενασχόληση μόνο με την
Αφρική ενός δικαιοδοτικού οργάνου με παγκόσμια δικαιοδοσία.4
Αποκορύφωμα της
αφρικανικής δυσαρέσκειας και σαφές μήνυμα ότι η απόδοση της διεθνούς ποινικής
δικαιοσύνης δεν μπορεί να αποκλίνει από την συνεργασία και την συνεννόηση επί τη
βάσει συγκεκριμένων αρχών υπήρξε η υπόθεση του κατηγορούμενου για εγκλήματα
κατά της ανθρωπότητας, εγκλήματα πολέμου και γενοκτονία στο Νταρφούρ Ομάρ
αλ-Μπασίρ, προέδρου του Σουδάν από το 1993, όταν και κατέλαβε την εξουσία με
στρατιωτικό πραξικόπημα. Παρά την έκδοση δύο ενταλμάτων σύλληψης εις βάρος
του από το δικαστήριο από το 2009,5
ο αλ-Μπασίρ παραμένει στην εξουσία και δεν
έχει κατασταθεί εφικτή η σύλληψή του, καθώς τα κράτη της Αφρικανικής Ένωσης
αρνούνται να συμπράξουν στην παράδοσή του, κάτι που επιβεβαιώθηκε και σε πολύ
πρόσφατη επίσκεψή του στη Νότια Αφρική, όταν και διέφυγε με την προστασία των
αρχών από την χώρα παρά την ύπαρξη αντίθετης απόφασης εθνικού δικαστηρίου που
υποχρέωνε την κυβέρνηση να τον συλλάβει.6
Η επίδραση της πολιτικής στο πεδίο του διεθνούς ποινικού δικαίου είναι σαφώς
αυξημένη σε σχέση με ένα εθνικό ποινικό σύστημα,7
στο οποίο η κυρίαρχη κρατική
3
Εννέα συνολικά είναι οι περιπτώσεις στις οποίες ο εισαγγελέας του ΔΠΔ διέταξε τη διενέργεια
επίσημης έρευνας που οδήγησε στην άσκηση ποινικών διώξεων κατά προσώπων, στη Λαϊκή
Δημοκρατία του Κονγκό (το 2004), την Ουγκάντα (το 2004), το Σουδάν (το 2005), την Κεντρική
Αφρικανική Δημοκρατία (το 2007 και το 2014), την Κένυα (το 2010), την Λιβύη (το 2011), την Ακτή
Ελεφαντοστού (το 2011) και το Μάλι (το 2013).
4
Βλ. W. Muchayi, Africa and the International Criminal Court: A drag net that catches only small fish?,
Σεπτέμβριος 2013, διαδικτυακά διαθέσιμο στο http://tinyurl.com/poe837d [τελευταία επίσκεψη στις
26 Ιουνίου 2015].
5
Βλ. Situation in Darfur, Sudan, in the case of The Prosecutor v. Omar Hassan Ahmad Al Bashir,
Warrant of Arrest for Omar Hassan Ahmad Al-Bashir, ICC-02/05-01/09, Pre-Trial Chamber I, 4
Μαρτίου 2009 και Second Warrant of Arrest for Omar Hassan Ahmad Al Bashir, ICC-02/05-01/09, 12
Ιουλίου 2010.
6
N. Onishi, Omar al-Bashir, Leaving South Africa, Eludes Arrest Again, Ιούνιος 2015, διαδικτυακά
διαθέσιμο στο http://tinyurl.com/ncygowz [τελευταία επίσκεψη στις 26 Ιουνίου 2015].
7
Όπως είχε εύστοχα δηλώσει η πρώην Πρώτη Εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για
την πρώην Γιουγκοσλαβία Louise Arbour «Δεν υπάρχει ελπίδα για την προώθηση της ισχύος του
δικαίου σε διεθνές επίπεδο αν ο πιο ισχυρός διεθνής οργανισμός το καθιστά υποτελές στην ισχύ της
πολιτικής σκοπιμότητας». Ορθό είναι να παρατηρηθεί, βέβαια, ότι και η ίδια επέλεξε να μην
3 | Ε ι σ α γ ω γ ή
εξουσία διασφαλίζει την δίωξη των εγκληματιών. Η ανάγκη προώθησης πολιτικών σε
διπλωματικό επίπεδο ευνοεί την υποστήριξη απόψεων που δεν ερείδονται απαραίτητα
σε μια συνεκτική δικαιική λογική, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την συχνά
καταχρηστική επίκληση κρίσιμων δογματικών επιχειρημάτων όπως ο αποκλεισμός
της διεθνούς ευθύνης,8
αλλά και δημιουργεί ζητήματα επαναπροσδιορισμού των
παραδοσιακών δογματικών μεγεθών του ποινικού δικαίου υπό το πρίσμα της
επίδρασης των διεθνών σχέσεων στο ποινικό φαινόμενο. Στην αυτονόητη για μια
εθνική δικαιοδοσία θεώρηση της ποινικής δικαιοσύνης ως ενός μηχανισμού με
συγκεκριμένα και χαρτογραφημένα όρια, απαρέγκλιτες αρχές και τεχνικό-θεσμικό
χαρακτήρα, αντιπαρατίθεται ένα καινοφανές για το δίκαιο πεδίο, στο οποίο
δοκιμάζονται και μετασχηματίζονται οι δικαιικές αρχές σε μια διαλεκτική σχέση με
την ισχύ των υποκειμένων του διεθνούς δικαίου κρατών.9
Η δημιουργία των διεθνών
ποινικών δικαστηρίων αποδίδεται από μία πραγματιστική σκοπιά στην επιθυμία των
κρατών να νομιμοποιούν τους στόχους τους και να ελέγχουν την κατεύθυνση της
διεθνούς έννομης τάξης, υπό το (κυνικό ενδεχομένως) πρίσμα ότι «δεν ελέγχουν οι
κανόνες την ισχύ, αλλά η ισχύς καθορίζει τους κανόνες».10
Ενόψει του παραπάνω προβληματισμού, εναπόκειται στον ερμηνευτή του δικαίου
να μελετήσει τις δογματικές ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά του σχετικά
νεοπαγούς, υπό την σύγχρονη μορφή του,11
κλάδου δικαίου που ονομάζεται διεθνές
ερευνήσει σε βάθος τις κατηγορίες για εγκλήματα από στρατιώτες των κρατών του ΝΑΤΟ στο
Κόσοβο, βλ. F. Mégret, The Politics of International Criminal Justice, EJIL Vol. 13, No. 5, 2002, σελ.
1282-3.
8
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πάγια επιλογή του Ισραήλ (αλλά και των Ηνωμένων Πολιτειών της
Αμερικής στο πλαίσιο πολιτικής στήριξής του) να επικαλείται την άμυνα (self-defence) εναντίον
επιθέσεων της παλαιστινιακής Χαμάς με ρουκέτες ως λόγο δικαιολόγησης των επιθέσεων που
πραγματοποιεί στη λωρίδα της Γάζας, βλ. D. Akande, Is Israel’s Use of Force in Gaza Covered by the
Jus Ad Bellum?, EJIL: Talk!, Αύγουστος 2014, διαδικτυακά διαθέσιμο στο http://tinyurl.com/o7gp29b
[τελευταία επίσκεψη στις 26 Ιουνίου 2015].
9
Ως φαινόμενο που «θεμελιώνεται στην ισχύ αλλά είναι ταυτόχρονα ικανό να την ξεπεράσει»
(«anchored in power yet simultaneously capable of transcending it») χαρακτηρίζει τον σχηματισμό
της διεθνούς ποινικής δικαιοσύνης ο Mégret, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 7, σελ. 1264.
10
F. Mégret, ibid, σελ. 1267.
11
Για μεθοδολογικούς λόγους σημαντικό είναι να περιορίσει κανείς το πρίσμα της έρευνας του στην
σύγχρονη έννοια του διεθνούς ποινικού δικαίου, με γενετήσια πράξη τον Χάρτη του Λονδίνου για
την ίδρυση του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης μετά τον Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο, καθώς η κλασική ιστορική αφήγηση που γίνεται στα διεθνή εγχειρίδια με αφετηρία τα μέσα
του 19ου
αιώνα και τον Κώδικα του Λίμπερ είναι μεν σημαντική, δεν μπορεί δε να αξιοποιηθεί λόγω
βασικών δομικών διαφορών (δεδομένου ότι τοποθετείται σε εποχές πριν την ίδρυση και της
Κοινωνίας των Εθνών) στο πλαίσιο της αξιολόγησης και της σύγκρισης με το σύγχρονο σύστημα.
4 | Ε ι σ α γ ω γ ή
ποινικό δίκαιο υπό ένα συγκριτικό πρίσμα με τις γνωστές του από την εθνική ποινική
δικαιοδοσία έννοιες και κατασκευές. Η αναμφίβολη, τουλάχιστον ως προς τον τρόπο
γένεσης πρώτα απ’ όλα, ποιοτική διαφορά ανάμεσα στην ατομική ποινική ευθύνη
κατά το εθνικό και κατά το διεθνές δίκαιο εκτείνεται μέχρι την κατάλυση βασικών
δικαιοκρατικών αρχών όπως η αρχή της νομιμότητας και η αρχή της ενοχής; Ο
συστηματικός και οργανωμένος κατά κανόνα τρόπος με τον οποίο διαπράττονται τα
διεθνή εγκλήματα τα καθιστά διαφορετικά από τα εγκλήματα κατά το εθνικό δίκαιο
και αν ναι σε ποια έκταση; Εν τέλει είναι το διεθνές ποινικό δίκαιο γνήσια έκφραση
του ποινικού δικαίου στο διεθνές περιβάλλον ή αποτελεί ένα νομικό πρόσχημα για
την χρησιμοποίηση των μηχανισμών της διεθνούς ποινικής δικαιοσύνης με σκοπό τη
νομιμοποίηση της καταστολής από τους ισχυρούς;12
Στην προσπάθεια να δοθεί μια απάντηση στα ερωτήματα αυτά, κεφαλαιώδους
σημασίας είναι η ανάλυση της θεμελίωσης και του αποκλεισμού της ατομικής
ποινικής ευθύνης στο διεθνές ποινικό δίκαιο. Με αφορμή την εμπειρική παρατήρηση
ότι σε πάνω από μισό αιώνα σύγχρονης ιστορίας του και εκδίκασης υποθέσεων από
πέντε διεθνή ποινικά δικαστήρια, οι πολλάκις διατυπωθέντες ισχυρισμοί των
κατηγορουμένων για άρση της ποινικής τους ευθύνης, είτε με τη μορφή της
δικαιολόγησης της πράξης τους είτε με την μορφή της συγχώρεσής τους γι’ αυτήν,
δεν έγιναν σχεδόν ποτέ δεκτοί επί της ουσίας, και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις
απορρίφθηκαν εκ προοιμίου χωρίς καν να συζητηθούν, η παρούσα μελέτη αποσκοπεί
στο να διερευνήσει τη σχέση των δογματικών όρων θεμελίωσης και αποκλεισμού της
διεθνούς ατομικής ποινικής ευθύνης. Βασική επιλογή σ’ αυτήν την κατεύθυνση θα
αποτελέσει η μελέτη των αποφάσεων των διεθνών ποινικών δικαστηρίων, καθώς οι
σημαντικές ομοιότητες της δικαιοπαραγωγικής μεθόδου του διεθνούς ποινικού
δικαίου με αυτήν του δημοσίου διεθνούς δικαίου13
αναβαθμίζουν τη σημασία της
μελέτης της διεθνούς ποινικής νομολογίας και την καθιστούν κρισιμότερη από μια
οπτική που θα επικέντρωνε στην ερμηνεία διατάξεων μόνο του καταστατικού του
Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, κατά τις οποίες ένα
12
Βλ. D. Hoile, JUSTICE DENIED: THE REALITY OF THE INTERNATIONAL CRIMINAL COURT, The Africa Research
Center, 2014, σελ. 25-34 για τα επιχειρήματα της κριτικής για πολιτικοποίηση της διεθνούς ποινικής
δικαιοσύνης.
13
Βλ. A. Cassese, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 2, σελ. 16-22 για την δικαιοπαραγωγική φύση του
διεθνούς ποινικού δικαίου ως κλάδου του δημοσίου διεθνούς δικαίου, με ιδιαίτερα βέβαια
χαρακτηριστικά αλλά κοινές πηγές (συνθήκες, διεθνές έθιμο και γενικές αρχές του δικαίου των
κρατών).
5 | Ε ι σ α γ ω γ ή
διεθνές ποινικό δικαστήριο αξιοποίησε την προηγούμενη διεθνή νομολογία για να
θεμελιώσει το αξιόποινο μιας συμπεριφοράς στο διεθνές εθιμικό δίκαιο,14
ενώ σε
κάθε περίπτωση δεν μπορεί να υποτιμηθεί η σημασία των διεθνών δικαστικών
αποφάσεων σαν γενικότερο ερμηνευτικό εργαλείο.15
Με αφετηρία την προσέγγιση των θεμελιωδών εννοιών του διεθνούς εγκλήματος
και της διεθνούς ποινικής ευθύνης και επίκεντρο την ανάλυση των πορισμάτων της
διεθνούς ποινικής νομολογίας σε ζητήματα ερμηνείας των λόγων αποκλεισμού της
ατομικής ποινικής ευθύνης, η ανα χείρας μελέτη φιλοδοξεί να ακολουθήσει μια
συγκριτική, όπου είναι μεθοδολογικά νοητό, οπτική αποσκοπώντας στην
σκιαγράφηση του διεθνούς ποινικού φαινομένου. Η καταλληλότητα του ελληνικού
ποινικού δικαίου ως χαρακτηριστικού παραδείγματος δικαίου που ανήκει στην
οικογένεια του κεντροευρωπαϊκού δικαίου παρέχει την ευκαιρία για κατανόηση
διαφορετικών επιλογών προερχόμενων από την φιλοσοφία του κοινού δικαίου και
εκτίμηση σημαντικών ομοιοτήτων και διαφορών που καθιστούν εναργέστερη την
δογματική ταυτότητα του διεθνούς ποινικού δικαίου.
14
Έτσι το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία στην υπόθεση Furundžija για τον
ορισμό του βιασμού ως διεθνούς εγκλήματος στη νομολογία του Διεθνούς Στρατιωτικού
Δικαστηρίου για την Άπω Ανατολή στις υποθέσεις Toyoda και Matsui, βλ. Prosecutor v. Anto
Furundžija, Judgment, IT-95-17/1-T, Trial Chamber, 10 Δεκεμβρίου 1998, §§168-9.
15
A. Cassese, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 2, σελ. 37.
6 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
Μέρος Πρωτο -
Το Διέθνές Έγκλήμα και
Η Διέθνής Ποινική Ευθυνή
Η διερεύνηση των δογματικών όρων θεμελίωσης και αποκλεισμού της ποινικής
ευθύνης σε ένα σύστημα ποινικού δικαίου όπως αυτό του διεθνούς ποινικού δικαίου,16
με σαφώς διαφορετικές πηγές δικαίου17
από μία εθνική ποινική δικαιοδοσία όπως π.χ.
η ελληνική, προϋποθέτει μεθοδολογικά την οριοθέτηση ορισμένων κρίσιμων εννοιών
που ενδεχομένως χρησιμοποιούνται σε αμφότερους τους χώρους, αλλά ερευνητέο
είναι αν αυτό συμβαίνει και με το ίδιο σημασιολογικό φορτίο.
Αν στην ελληνική ποινική επιστήμη μιλώντας για «έγκλημα» αναφερόμαστε σε
πράξη άδικη και καταλογιστή που τιμωρείται από τον νόμο (όπως ορίζεται στο άρθρο
14ΠΚ)18
και ως «ποινική ευθύνη» νοούμε την ειδική νομική κατάσταση που
προσδιορίζει τον αυστηρά και υποκειμενικά πάντοτε καθορισμένο υπεύθυνο για την
τέλεση ενός εγκλήματος,19
κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει αυτονόητα – και ενδεχομένως
16
Η χρησιμοποίηση του όρου «σύστημα» αποσκοπεί στο να αποτελέσει έννοια προσδιορισμού και
διάκρισης μεταξύ μίας εθνικής ποινικής δικαιοδοσίας και έννομης τάξης και του αποκεντρωμένου -
ακόμα και μετά την ίδρυση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (εφεξής: ΔΠΔ) - οργανισμού της
Διεθνούς Ποινικής Δικαιοσύνης υπό το πρίσμα του φορέα της κρατικής κυριαρχίας (state
sovereignty) που αποτελεί κοινό παρονομαστή και πηγή της παραδοσιακής ποινικής δικαιοδοσίας
ενός Κράτους.
17
Διαφορετικές ακόμα και μεταξύ των διαφορετικών διεθνών ποινικών δικαστηρίων, καθώς τα ad
hoc διεθνή ποινικά δικαστήρια (ICTY, ICTR) γίνεται δεκτό ότι αντλούν δίκαιο από τις γενικές πηγές
του Διεθνούς Δικαίου δυνάμει του άρθρου 38 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου της
Χάγης, ενώ το ΔΠΔ έχει τις δικές του πηγές δυνάμει του άρθρου 21 του Καταστατικού του, βλ. μεταξύ
άλλων σε D. Akande, Sources of International Criminal Law σε A. Cassese (επιμ.), THE OXFORD
COMPANION TO INTERNATIONAL CRIMINAL JUSTICE, Oxford University Press, 2009, σελ. 41-53.
18
Νόμος που ερμηνεύεται ως γραπτός νόμος στο πλαίσιο της αρχής nullum crimen nulla poena sine
lege scripta. Για την έννοια του εγκλήματος στην ελληνική ποινική επιστήμη βλ. Ε. Συμεωνίδου-
Καστανίδου (επιμ.) σε Ι. Μανωλεδάκη, ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ: ΕΠΙΤΟΜΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΜΕΡΟΥΣ, Εκδόσεις Σάκκουλα,
2005, σελ. 177επ., Ν. Ανδρουλάκη, ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ, ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, Π.Ν. Σάκκουλας, 2000, σελ. 145επ.
19
Για την ποινική ευθύνη και την αναπόσπαστη σύνδεσή της με την αρχή της ενοχής στην ελληνική
ποινική επιστήμη βλ. Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου και Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι (επιμ.) σε Ι. Μανωλεδάκη,
ibid, σελ. 3επ. και 691επ., Ν. Παρασκευόπουλο, ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ: ΤΟ
7 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
δεν θα μπορούσε εγγενώς να συμβεί δεδομένου π.χ. ότι το έθιμο είναι σημαντική
πηγή του διεθνούς δικαίου-20
στο διεθνές ποινικό δίκαιο.
1Α. Η Δογματική Ιδιαιτερότητα του Διεθνούς Εγκλήματος
Πίσω από την εναρκτήρια και κλασική θεώρηση ότι ένα διεθνές έγκλημα πρέπει
να έχει ένα διεθνές στοιχείο, δηλαδή ένα ιδιαίτερο στοιχείο που το «μεταμορφώνει»
από έγκλημα κατά το εθνικό ποινικό δίκαιο σε έγκλημα κατά το διεθνές δίκαιο,21
είναι σημαντικό να αναζητηθεί το νήμα μιας συζήτησης με αντικείμενο την ανάγκη
προσδιορισμού της έννοιας του διεθνούς εγκλήματος που στο σύγχρονο τουλάχιστον
πλαίσιό της22
ανέκυψε μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και συνδέεται με
την κριτική που ασκήθηκε στα πρώτα δύο διεθνή ποινικά δικαστήρια που ήταν
αρμόδια για την εκδίκαση των διεθνών εγκλημάτων των Ναζί και των συμμάχων
τους, τα Διεθνή Στρατιωτικά Δικαστήρια της Νυρεμβέργης (International Military
Tribunal) και για την Άπω Ανατολή (International Military Tribunal for the Far
East).23
i. Η Έναρξη της Συζήτησης για το Διεθνές Ποινικό Δίκαιο και η
Προβληματική για τον Προσδιορισμό του Διεθνούς Εγκλήματος
ΕΓΚΛΗΜΑ, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2008, σελ. 216επ., Ν. Παρασκευόπουλο, Η συνταγματική διάσταση του
αδίκου και της ενοχής, Υπερ. 1993, σελ. 1261.
20
Βλ. για το διεθνές έθιμο και γενικότερα για τις πηγές του Διεθνούς Δικαίου ενδεικτικά σε I.
Brownlie, PRINCIPLES OF INTERNATIONAL LAW, Oxford University Press, 7η
έκδοση, 2008, σελ. 3 επ, Ε.
Ρούκουνα, ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ. ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 3η
έκδοση, 2004, σελ. 91 επ.
21
M. Cherif Bassiouni, INTERNATIONAL CRIMINAL LAW CONVENTIONS AND THEIR PENAL PROVISIONS,
Transnational Publishers, 1997, σελ. 15-44.
22
W. A. Schabas, AN INTRODUCTION TO THE INTERNATIONAL CRIMINAL COURT, Cambridge University Press,
2001, σελ. 1-5 για τις ιστορικές καταβολές συμπεριφορών που τηρουμένων των αναλογιών κάθε
ιστορικής εποχής θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως διεθνή εγκλήματα και τις πρώτες προσπάθειες
κωδικοποίησης όπως ο Κώδικας του Lieber και οι Συνθήκες της Χάγης του 1899 και του 1907.
23
Για την κριτική βλ. infra, υπό 1Β-ii, ενώ εκτενέστερα για τα Δικαστήρια αυτά ως «γενετήσια πράξη»
του Διεθνούς Ποινικού Δικαίου μεταξύ άλλων σε J. A. Appleman, MILITARY TRIBUNALS AND INTERNATIONAL
CRIMES, The Bobbs-Merrill Company, Inc. Publishers, 1954, A. Cassese, From Nuremberg to Rome:
International Military Tribunals to the International Criminal Court, σε A. Cassese, P. Gaeta και J. R. W.
D. Jones (επιμ.), THE ROME STATUTE OF THE INTERNATIONAL CRIMINAL COURT: A COMMENTARY, VOL. 1, Oxford
University Press, 2002, σελ. 3-19, M. Cherif Bassiouni, The ‘Nuremberg Legacy’, στο έργο του ιδίου
(επιμ.), INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, VOL. III: ENFORCEMENT, Transnational Publishers, 1999, σελ. 409-422.
8 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
Η απαρέγκλιτη τήρηση της αρχής της νομιμότητας, με τον τρόπο τουλάχιστον που
αυτή νοείται ως θεμέλιο για τα περισσότερα ποινικά δίκαια στον κόσμο,24
φαίνεται
ανέφικτη στο διεθνές ποινικό δίκαιο λόγω της ιδιαιτερότητας της μεθόδου παραγωγής
του, και κυρίως της δυνατότητας θεμελίωσης αξιοποίνου στο διεθνές έθιμο.25
Με
αυτό το βασικό δεδομένο, η συζήτηση για τον προσδιορισμό του διεθνούς
εγκλήματος έπρεπε να συμβιβάσει διαφορετικές εκ βάθρων μεταξύ τους φιλοσοφίες.
Σ’ αυτήν την κατεύθυνση προτάθηκαν πολλές συμβιβαστικές λύσεις26
όπως η κατ’
αναλογία εφαρμογή της παραδοσιακής ποινικής αρχής της νομιμότητας σταθμίζοντας
την εθιμική παράδοση του διεθνούς δικαίου, στην ουσία ως nullum crimen nulla
poena sine iure.27
Συναφής είναι και η άποψη του Cassese,28
ο οποίος επιχείρησε να
συγκεράσει τις εγγενείς αντιφάσεις διακρίνοντας μεταξύ ουσιαστικής δικαιοσύνης
(substantive justice) και αυστηρής νομιμότητας (strict legality), επισημαίνοντας ότι
το διεθνές ποινικό δίκαιο είναι σε περίοδο μετάβασης από τις απαιτήσεις της πρώτης
αρχής σε αυτές της δεύτερης. Κατά την άποψη αυτή, οι δίκες της Νυρεμβέργης και
του Τόκυο, η γενετήσια πράξη του σύγχρονου διεθνούς ποινικού δικαίου, αποκτούν
24
Σε άλλα δίκαια (κεντροευρωπαϊκά) με πιο αυστηρή και σε άλλα (αγγλοσαξωνικά) με πιο ευέλικτη
εφαρμογή, βλ. Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Οι Γενικές Αρχές του Ποινικού Δικαίου στο Καταστατικό του
Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου – Προς ένα Δικαιοκρατούμενο Ποινικό Δίκαιο των Εθνών;, ΠοινΔικ
10/2002, σελ. 1066, M. Cherif Bassiouni, Principles of Legality in International and Comparative
Criminal Law, στο έργο του ιδίου (επιμ.), INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, VOL. I: SOURCES, SUBJECTS AND
CONTENTS, Martinus Nijhoff Publishers, 3η
έκδοση, 2008, σελ. 73-105, F. von Liszt, The Rationale for the
Nullum Crimen Principle, JICJ, Vol. 5, 2007, σελ. 1005-1008, J.J. Paust, Nullum Crimen and Related
Claims, DJILP, Vol. 25, 1997, σελ. 321 επ.
25
Χαρακτηριστική εδώ και αναλυτέα στο επόμενο κεφάλαιο είναι η περίπτωση της Κοινής
Εγκληματικής Επιχείρησης (Joint Criminal Enterprise) για την θεμελίωση της οποίας ως ιδιάζουσας
μορφής αυτουργίας κατέφυγε το Εφετειακό Τμήμα (Appeals Chamber) του ΔΠΔΓ (ICTY) στο διεθνές
εθιμικό δίκαιο, βλ. Prosecutor v. Duško Tadić, Judgment, IT-94-1-A, Appeals Chamber, 15 Ιουλίου
1999, §194.
26
Βλ. αναλυτικά για τις τάσεις σχετικοποίησης της αρχής της νομιμότητας σε Ι. Μανωλεδάκη, Μπορεί
πράγματι να υπάρξει σήμερα διεθνής ποινική δικαιοσύνη; και Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου,
Νομιμοποιητική βάση και όρια δικαιοδοσίας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, σε Ι. Μανωλεδάκη,
C. Prittwitz (επιμ.), ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2003, σελ. 71 και 83 επ,
αλλά και για την εκ γενετής σχετικοποιημένη διάσταση της αρχής της νομιμότητας λόγω της ιστορίας
και της εξέλιξης του διεθνούς ποινικού δικαίου σε S. Lamb, Nullum crimen, nulla poena sine lege, in
International Criminal Law σε A. Cassese, P. Gaeta, J. Jones (επιμ.), ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 23,
σελ. 733-4 και L. Green, The Maxim Nullum crimen sine lege and the Eichmann Trial, 38 BRIT. Y.B.
INT’L L, 1962, σελ. 457.
27
Α. Γ. Χουλιάρας, Η ΑΝΑΔΥΣΗ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ: ΌΨΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΣΤΗΜΙΚΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ
ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2013, σελ. 327.
28
A. Cassese, INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, Oxford University Press, 2η
έκδοση, 2008, σελ. 22, 193 επ.
και την ανάλυση των εν λόγω απόψεων σε Κ. Αντωνόπουλο, Η ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ
ΔΙΚΑΙΟ, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2003, σελ. 103 επ.
9 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
νομιμοποίηση από την αδήριτη ανάγκη αντιμετώπισης μιας άκρως βλαπτικής
συμπεριφοράς για τη διεθνή κοινότητα, ακόμα και αν αυτή δεν έβρισκε ρητή
τυποποίηση τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή σε κάποιο διεθνές νομοθετικό
κείμενο.29
Μία από τις πρώτες προσπάθειες προσέγγισης της έννοιας του διεθνούς ποινικού
δικαίου ως του ρυθμιστικού πλέγματος κανόνων του διεθνούς ποινικού φαινομένου
έγινε από τον Georg Schwarzenberger,30
ο οποίος υποστήριξε ότι ο όρος «διεθνές
ποινικό δίκαιο» μπορεί να έχει πολλές έννοιες: α) το δίκαιο των τοπικών ορίων των
εθνικών ποινικών νόμων, β) την θέσπιση εθνικής ποινικής νομοθεσίας συνεπεία
εκπλήρωσης διεθνούς υποχρέωσης, γ) την τιμωρία των «εγκλημάτων κατά του
δικαίου των εθνών» και ειδικότερα της πειρατείας και των εγκλημάτων πολέμου, δ)
τους κανόνες που είναι κοινοί στα περισσότερα συστήματα ποινικού δικαίου, ε) τους
κανόνες που ρυθμίζουν τη διακρατική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και στ) το
δίκαιο των διεθνών εγκλημάτων «που πλήττουν τις ίδιες τις ρίζες της διεθνούς
κοινωνίας». Την τελευταία και στενότερη άποψη υιοθέτησε ο συγγραφέας,31
σύμφωνα με την οποία αξιόποινη συμπεριφορά κατά το διεθνές δίκαιο είναι αυτή που
προσβάλλει τα θεμέλια της διεθνούς κοινότητας, τις θεμελιώδεις αρχές και αξίες που
το σύνολο των κρατών επιθυμεί να προστατεύονται στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό.
29
Έβρισκε όμως έρεισμα γενικότερα στο διεθνές δίκαιο, με βασικά επιχειρήματα τις αναφορές των
Συμβάσεων της Γενεύης του 1864 και της Αγ. Πετρούπολης του 1868, τις Συμβάσεις της Χάγης του
1899 και 1907 και τις Συμβάσεις της Γενεύης του 1929 που περιλάμβαναν γενικόλογες αναφορές στο
ζήτημα της ευθύνης (κράτους βέβαια) για τις παραβιάσεις των νόμων και εθίμων πολέμου, αλλά και
της ρήτρας Martens (Martens clause) που περιεχόταν στο προοίμιο της 4ης
Σύμβασης της Χάγης του
1907 και προέβλεπε ότι μέχρι να κωδικοποιηθεί το δίκαιο του πολέμου, τα κράτη είναι υπεύθυνα να
διασφαλίσουν ότι οι άνθρωποι θα απολαμβάνουν τα δικαιώματά τους σύμφωνα με τις αρχές του
διεθνούς δικαίου που απορρέουν από το έθιμο, τους νόμους της φιλανθρωπίας και τις απαιτήσεις
της δημόσιας συνείδησης, βλ. Α. Γιόκαρη, Φ. Παζαρτζή, ΕΘΝΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΤΩΝ
ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2008, σελ. 114. Για εκτενή ανάλυση νομιμοποιητικών της
Δίκης της Νυρεμβέργης επιχειρημάτων που εκφεύγουν από το βεληνεκές της παρούσας βλ. μεταξύ
άλλων σε D. McGoldrick, Criminal Trials Before International Tribunals: Legality And Legitimacy, σε D.
McGoldrick, P. Rowe, E. Donnelly (επιμ.), THE PERMANENT INTERNATIONAL CRIMINAL COURT, Hart Publishing,
2004, σελ. 15.
30
G. Schwarzenberger, The Problem of an International Criminal Law, CLP, Vol. 3, 1950, σελ. 263 επ.
31
Ibid, σελ. 296.
10 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
Στην ίδια λογική κινείται και η πιο σύγχρονη θεώρηση του Claus Kreß,32
ο οποίος
εντοπίζει τέσσερις δυνατές έννοιες για το διεθνές ποινικό δίκαιο: α) οι εθνικοί και
διεθνείς κανόνες που καθορίζουν τα όρια άσκησης των εθνικών ποινικών
δικαιοδοσιών, β) οι κανόνες που ρυθμίζουν τη διακρατική συνεργασία σε ποινικές
υποθέσεις, γ) οι κανόνες που περιέχονται σε διεθνείς συνθήκες και δημιουργούν στα
Κράτη υποχρέωση τυποποίησης εγκλημάτων με «διεθνικό χαρακτήρα»33
και δ) οι
κανόνες που ιδρύουν πρωτογενώς ατομική ποινική ευθύνη για πράξεις που
στρέφονται κατά της διεθνούς κοινότητας ως τέτοιας, με την έννοια ότι προσβάλλουν
οικουμενικού χαρακτήρα αξίες, όπως η διεθνής ειρήνη και ασφάλεια και τα
ανθρώπινα δικαιώματα που απολαμβάνουν προστασίας κατά το διεθνές δίκαιο. Η
τελευταία έννοια πράγματι επικράτησε ως περιεχόμενο του όρου διεθνές ποινικό
δίκαιο (international criminal law),34
με τις άλλες κατηγορίες κανόνων να μη
στερούνται φυσικά σημασίας, αλλά να ρυθμίζουν σημαντικότατα ζητήματα όπως τα
όρια άσκησης των εθνικών ποινικών δικαιοδοσιών,35
τη διακρατική συνεργασία για
θέματα ποινικού δικαίου και τα διεθνικά εγκλήματα που αναλαμβάνουν τα Κράτη να
ενσωματώσουν στην ποινική τους νομοθεσία.36
ii. Η Δικαιοπαραγωγική Μέθοδος της Διεθνούς Έννομης Τάξης: η Διεθνής
«Εγκληματοποίηση» μέσα από την Τυποποίηση στις Διεθνείς Συνθήκες
32
C. Kreß, International Criminal Law, σε R. Wolfrum (επιμ.), MAX PLANCK ENCYCLOPEDIA OF PUBLIC
INTERNATIONAL LAW, Oxford University Press, 2008, ηλεκτρονικά διαθέσιμο στη βάση δεδομένων της
εγκυκλοπαίδειας www.mpepil.com.
33
Για την έννοια του διεθνικού εγκλήματος (transnational crime) και τη διάκρισή της από το διεθνές
έγκλημα (international crime) βλ. infra, υπό 1Α. ii, ενώ η θεωρητική αναζήτηση γύρω από το ζήτημα
ξεκινά από τη μονογραφία του P.C. Jessup, TRANSNATIONAL LAW, Yale University Press, 1956.
34
K. Ambos, INTERNATIONALES STRAFRECHT, STRAFANWENDUNGSRECHT, VÖLKERSTRAFRECHT, EUROPÄISCHES
STRAFRECHT, RECHTSHILFE, EIN STUDIENBUCH, C.H. Beck, 2η
έκδοση, 2008, σελ. 81-84, G. Werle, PRINCIPLES OF
INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, TMC Asser Press, 2η
έκδοση, 2009, σελ. 44.
35
Χ. Μυλωνόπουλος, ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ, ΤΑ ΤΟΠΙΚΑ ΟΡΙΑ ΤΩΝ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΝΟΜΩΝ, Αντ. Ν. Σάκκουλας,
1993, Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 26, σελ 83 επ.
36
Βλ. για τις κυριότερες υποχρεώσεις της Ελλάδας από διεθνείς συμβάσεις και από την κοινοτική
(ενωσιακή πλέον) έννομη τάξη σε Μ. Καϊάφα–Γκμπάντι, ΠΟΙΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ &
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗΣ, Νομική Βιβλιοθήκη, 2008, Θ. Σάμιο (επιμ.), ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, ΤΟΜΟΣ I: ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ, Π.Ν. Σάκκουλας, 2004, καθώς και για το ζήτημα
της αναγκαίας ύπαρξης μιας ισοδύναμης τυποποίησης στις περιπτώσεις αυτές σε Ε. Συμεωνίδου-
Καστανίδου, Μ. Καϊάφα–Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκη, Α. Παπαδαμάκη, Θ. Παπακυριάκου, Γ. Νούσκαλη,
Γ. Ναζίρη, ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΠΟΛΕΜΟΥ: ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ,
Νομική Βιβλιοθήκη, 2006, σελ. 61-63.
11 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
Εκλαμβάνοντας ως stricto sensu διεθνές έγκλημα τη συμπεριφορά που στρέφεται
κατά των θεμελιακών αξιών της διεθνούς κοινότητας και συνακόλουθα ως διεθνές
ποινικό δίκαιο τους διεθνείς κανόνες που ιδρύουν άμεση και ατομική ποινική ευθύνη
για τις συμπεριφορές που προσβάλλουν τις εν λόγω αξίες, σημαντικό είναι να
προσδιοριστεί η φύση και η προέλευση του κανόνα που τυποποιεί ένα διεθνές
έγκλημα και να διακριθεί αυτό από άλλα εγκλήματα με διεθνή στοιχεία όπως τα
διεθνή αδικήματα37
(άλλως διεθνείς αδικοπραξίες) ή τα διεθνικά εγκλήματα. Με
δεδομένη την έλλειψη τυποποίησης ανάλογης με μια εθνική38
και την ανάγκη
εναρμόνισης της φιλοσοφίας δύο δικαικών κλάδων όπως το διεθνές και το ποινικό με
σημαντικές διαφορές,39
σαφής στόχος και κληρονομιά της δίκης της Νυρεμβέργης
είναι η θεμελίωση ενός πλέγματος κανόνων δικαίου που εδράζεται στις πηγές και την
εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, αλλά διακρίνεται και από εννοιολογική σαφήνεια και
καθαρότητα όπως απαιτεί το ποινικό δίκαιο.40
Η δικαιοπαραγωγική μέθοδος της διεθνούς έννομης τάξης αναδεικνύει τη σημασία
μιας εμπειρικής έρευνας για την απάντηση στο πρόβλημα και τη διάκριση των
διεθνών εγκλημάτων από τα άλλα εγκλήματα διεθνούς χαρακτήρα, με βασικό σταθμό
την προσπάθεια του Deinstein να καταγράψει τους τρόπους εγκληματοποίησης σε
διεθνές επίπεδο.41
Σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα υπάρχουν πέντε τρόποι
εγκληματοποίησης: α) ρητή και σαφής δήλωση ότι μια απαγορευμένη συμπεριφορά
συνιστά διεθνές έγκλημα που συνεπάγεται ατομική ποινική ευθύνη, όπως στην
37
Βλ. Α. Γιόκαρη, Φ. Παζαρτζή, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 29, σελ. 14 για την έννοια του διεθνούς
αδικήματος ή διεθνούς αδικοπραξίας (international delict) με βάση το άρθρο 19§4 του Σχεδίου
Άρθρων της Επιτροπής του Διεθνούς Δικαίου για την ευθύνη των κρατών και παραδείγματα όπως το
δουλεμπόριο και η πειρατεία που τυποποιούνται σε διεθνείς συμβάσεις ως παράνομες κατά το
διεθνές δίκαιο πράξεις. Κριτήριο που τα διακρίνει από το διεθνές έγκλημα εν στενή εννοία είναι ότι η
γενική τους διεθνής απαξία δεν φτάνει στο επίπεδο της βαρύτητας του διεθνούς εγκλήματος.
38
Βλ. εδώ και Κ. Αντωνόπουλο, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 28, σελ. 103, κατά τον οποίο ένας
τυποποιημένος ορισμός σαν αυτόν του άρθρου 14ΠΚ δεν θα είχε θέση στο διεθνές ποινικό δίκαιο,
ενώ αντίθετα τονίζεται η σημασία της τυποποίησης και στο διεθνές ποινικό δίκαιο από άλλους
θεωρητικούς βλ. Ι. Μανωλεδάκη και Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 26,
σελ. 71 και 83 επ, Σ. Ε. Κύρκο, Οι τάσεις σχετικοποίησης και αποδυνάμωσης της αρχής της
νομιμότητας στο πλαίσιο της δίωξης και τιμωρίας των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας σε εθνικό
και υπερεθνικό επίπεδο, ΠΧρ ΝΗ/2008, σελ. 967 επ.
39
Στα υποκείμενα τους (κράτος-άτομο), στο σκοπό τους (ρύθμιση-καταστολή) και στη μέθοδο
δημιουργία τους (εθιμική-θετική), βλ. Α.Γ. Χουλιάρα, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 27, σελ. 326, όπου
και παραπομπή σε A. Cassese, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 28, σελ. 20-21.
40
R. Cryer, H. Friman, D. Robinson, E. Wilmshurst, AN INTRODUCTION TO INTERNATIONAL CRIMINAL LAW AND
PROCEDURE, Cambridge University Press, 2010, 2η
έκδοση, σελ. 16
41
Y. Deinstein, International Criminal Law, Israel Law Review, Vol. 20, 1985, σελ. 206-242.
12 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
περίπτωση του Καταστατικού του Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης42
και στην
Σύμβαση για την καταστολή και την τιμωρία του εγκλήματος του Άπαρτχαιντ,43
β)
απλή δήλωση ότι μια συμπεριφορά αποτελεί διεθνές έγκλημα χωρίς περαιτέρω
πρόβλεψη για τη συγκεκριμενοποίηση της ευθύνης, όπως στην περίπτωση του
εγκλήματος της Γενοκτονίας,44
γ) ασαφής δήλωση ότι η συμπεριφορά είναι έγκλημα,
χωρίς να διευκρινίζεται αν είναι διεθνές έγκλημα, όπως π.χ. στη Σύμβαση του
Μόντρεαλ για την καταστολή παράνομων πράξεων κατά της ασφάλειας της πολιτικής
αεροπορίας,45
δ) θέσπιση υποχρέωσης των κρατών-μερών να διώξουν μία πράξη,
χωρίς να ορίζεται ρητά όμως αν αυτή είναι διεθνές έγκλημα, όπως οι Συνθήκες της
Γενεύης που αποτελούν και την πηγή του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου46
και ε)
πρόβλεψη ότι η πράξη θα πρέπει να αποτελεί έγκλημα κατά το εθνικό δίκαιο των
συμβαλλόμενων μερών, όπως η Σύμβαση για την φυσική προστασία των πυρηνικών
υλικών.47
Πολύ σημαντική στην παρούσα έρευνα είναι και η συμβολή του Bassiouni,48
ο
οποίος κατέγραψε 267 διεθνείς συνθήκες με ποινικές ρήτρες, από τις οποίες μόνον οι
34 όριζαν σαφώς ότι μια συμπεριφορά συνιστά διεθνές έγκλημα ή έγκλημα κατά το
διεθνές δίκαιο.49
Εν τέλει από αυτήν την έρευνα προέκυψαν 28 εν ευρεία εννοία
«διεθνή εγκλήματα»: επίθεση, γενοκτονία, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας,
42
Βλ. άρθρο 6 του Καταστατικού, Charter of the International Military Tribunal - Annex to the
Agreement for the prosecution and punishment of the major war criminals of the European Axis
("London Agreement"), 8 Αυγούστου 1945, 82 UNTS, σελ. 280.
43
Βλ. άρθρο 1 της Σύμβασης, International Convention on the Suppression and Punishment of the
Crime of Apartheid, 30 Νοεμβρίου 1973, A/RES/3068(XXVIII), 1015 UNTS, σελ. 243.
44
Βλ. άρθρο 1 της Σύμβασης, Convention on the Prevention and Punishment of the Crime of Genocide,
9 Δεκεμβρίου 1948, 78 UNTS, σελ. 277, όπου ορίζεται ότι η Γενοκτονία είναι έγκλημα υπό το διεθνές
δίκαιο («crime under international law»).
45
Βλ. άρθρα 1-3 της Σύμβασης, Convention for the Suppression of Unlawful Acts Against the Safety of
Civil Aviation, 23 September 1971, 974 UNTS, σελ. 177, όπου γίνεται λόγο για παράνομες και
ηθελημένες προσβολές («unlawful and intentional offences») και αυστηρές ποινές («severe
penalties»).
46
Βλ. άρθρο 3 της 4ης
Συνθήκης, Geneva Convention Relative to the Protection of Civilian Persons in
Time of War (Fourth Geneva Convention), 12 August 1949, 75 UNTS, σελ. 287.
47
Βλ. άρθρο 3 της Σύμβασης, Convention on the Physical Protection of Nuclear Material, 26
Οκτωβρίου 1979, 1456 UNTS, σελ. 101.
48
M. Cherif Bassiouni, International Crimes: The Ratione Materiae of International Criminal Law, στο
έργο του ιδίου (επιμ.), ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 24, σελ. 164.
49
Ibid, σελ. 133-134, για την παράθεση των δέκα κριτηρίων που ανέπτυξε ο Bassiouni προκειμένου
να χαρακτηρίσει ως διεθνή εγκλήματα ορισμένες συμπεριφορές με βάση τις ρήτρες των διεθνών
συνθηκών.
13 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
εγκλήματα πολέμου, πυρηνική τρομοκρατία, κλοπή πυρηνικών υλικών, μισθοφορική
απασχόληση, απαρτχάιντ, δουλεία και παρεμφερείς πρακτικές, βασανιστήρια και
λοιπές μορφές βάναυσης, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας,
παράνομη υποβολή ανθρώπων σε πειράματα, πειρατεία, αεροπειρατεία και
παράνομες πράξεις κατά της ασφάλειας της διεθνούς αεροπλοϊας, παράνομες πράξεις
κατά της ασφάλειας της ναυσιπλοϊας και της ασφάλειας των εξεδρών στην ανοιχτή
θάλασσα, απειλή και χρήση βίας ενάντια σε διεθνώς προστατευόμενα άτομα,
εγκλήματα κατά των Ηνωμένων Εθνών και του συνεργαζόμενου με αυτά
προσωπικού, σύλληψη ομήρων, επίθεση με εκρηκτικά, παράνομη χρήση
αλληλογραφίας, χρηματοδότηση τρομοκρατίας, παράνομη διακίνηση ναρκωτικών και
λοιπά εγκλήματα σχετικά με τα ναρκωτικά, οργανωμένο έγκλημα, καταστροφή και/ή
κλοπή εθνικών και αρχαιολογικών θησαυρών, παράνομες πράξεις κατά διεθνώς
προστατευόμενων στοιχείων του περιβάλλοντος, διεθνής διακίνηση άσεμνου υλικού,
παραχάραξη και κιβδηλεία νομισμάτων, παράνομη επέμβαση σε υποθαλάσσια
καλώδια και δωροδοκία ξένων δημοσίων υπαλλήλων.
Τα πορίσματα της εν λόγω έρευνας καταδεικνύουν την έλλειψη συστηματικότητας
που διακρίνει τη διαδικασία της διεθνούς εγκληματοποίησης σε αφηρημένο επίπεδο
και την ανάγκη να γίνουν περαιτέρω διακρίσεις,50
καθώς εναπόκειται στo συντονισμό
των κρατικών βουλήσεων με τη σύναψη μιας διεθνούς συνθήκης το να καθορισθεί με
αποσπασματικό τρόπο ο αξιόποινος σε διεθνές επίπεδο χαρακτήρας μιας
συμπεριφοράς. Δεν υπάρχει διάκριση ως προς το έννομο αγαθό (ή το
προστατευόμενο συμφέρον σε κάθε περίπτωση), μιας και παρατηρεί κανείς ότι
μπορεί οι προστατευόμενες αξίες να αλληλοκαλύπτονται σε πολλές περιπτώσεις,
όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του οργανωμένου εγκλήματος που μπορεί να
ασκεί παράνομη διακίνηση ναρκωτικών ή της δουλείας και του εμπορίου ανθρώπων.
Επιπροσθέτως, παρατηρείται και έλλειψη αναλογίας ως προς την βαρύτητα των
εγκλημάτων, με ορισμένα (π.χ. γενοκτονία) να έχουν σαφώς διαφορετική
απαξιολογική βαρύτητα σε σχέση με άλλα (π.χ. διεθνής διακίνηση άσεμνου υλικού),51
50
Α. Γ. Χουλιάρα, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 27, σελ. 338.
51
Αν και εδώ πρέπει να επισημανθεί συναφώς ότι η υποχρέωση των κρατών να νομοθετήσουν για
να εμποδίσουν την διεθνή διακίνηση άσεμνου υλικού στο οποίο μπορεί να έχουν πρόσβαση
ανήλικοι προκύπτει και από το άρθρο 34 της Διεθνούς Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα
Δικαιώματα του Παιδιού του 1989, βλ. Convention on the Rights of the Child, 20 Νοεμβρίου
1989, UNTS, vol. 1577, σελ. 3, «States Parties shall in particular take all appropriate national, bilateral
14 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
κάτι που επιβεβαιώνει τη σημασία της διερεύνησης του εν στενή εννοία διεθνούς
εγκλήματος.
Στην τελευταία κατεύθυνση προσεγγίζει το ζήτημα ο Cassese,52
κατά τον οποίο
μια συμπεριφορά μπορεί να υπαχθεί στην έννοια του διεθνούς εγκλήματος αν
χαρακτηρίζεται σωρευτικά από τα ακόλουθα: α) αποτελεί παραβίαση του διεθνούς
συμβατικού ή εθιμικού δικαίου, β) ο κανόνας τον οποίον παραβιάζει να είναι
δεσμευτικός για τα κράτη και τα άτομα και να προστατεύει αξίες θεμελιώδεις για τη
διεθνή κοινότητα, γ) συντρέχει οικουμενικό ενδιαφέρον για την καταστολή της
συμπεριφοράς και δ) δεν μπορεί το κράτος του δράστη, σε περίπτωση που αυτός είναι
κρατικός λειτουργός, να επικαλεστεί το προνόμιο της ασυλίας του κατ’ εφαρμογήν
του εθιμικού κανόνα του διεθνούς δικαίου για την ετεροδικία. Με αυτήν την πιο
περιοριστική προσέγγιση, ο Cassese καταλήγει σε έξι διεθνή εγκλήματα: εγκλήματα
κατά της ανθρωπότητας, γενοκτονία, εγκλήματα πολέμου, επίθεση, βασανιστήρια και
τρομοκρατία.53
Ακόμη στενότερη έννοια του διεθνούς ποινικού δικαίου γίνεται δεκτή από μια
άλλη άποψη,54
η οποία αποτυπώνεται και στην πράξη του διεθνούς ποινικού δικαίου
και με το αμιγώς κανονιστικό κριτήριο της de lege lata ίδρυσης πρωτογενούς και
ατομικής ποινικής ευθύνης σε διεθνές επίπεδο περιορίζει την έννοια του διεθνούς
εγκλήματος στα τέσσερα πρώτα από τα έξι της θεώρησης του Cassese, δηλαδή στα
εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, τη γενοκτονία, τα εγκλήματα πολέμου και την
επίθεση. Τα εγκλήματα αυτά, τα οποία αποκαλούνται και «εγκλήματα-πυρήνες»
(«core crimes»)55
ή κατ’ άλλη διατύπωση «αρχετυπικά διεθνή εγκλήματα»,56
είναι τα
μόνα που τυποποιήθηκαν στα καταστατικά των διεθνών ποινικών δικαστηρίων και
διακρίνονται από την δυαδική δομή τους σε αντικειμενικό και υποκειμενικό επίπεδο:
and multilateral measures to prevent: (c) The exploitative use of children in pornographic
performances and materials».
52
A. Cassese, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 28, σελ. 11-12 και 23-24.
53
Ibid, καθιστά εδώ σαφές ότι δεν αναφέρεται σε κάθε μορφή τρομοκρατίας, αλλά σε ακραίες
μορφές που προϋποθέτουν κρατική εμπλοκή έστω και δια παραλείψεως.
54
Βλ. μεταξύ άλλων γι’ αυτήν σε E. van Sliedregt, THE CRIMINAL RESPONSIBILITY OF INDIVIDUALS FOR
VIOLATIONS OF INTERNATIONAL HUMANITARIAN LAW, TMC Asser Press, 2003, σελ. 3-11, R. Cryer et al, ό.π.
ανωτέρω υποσημείωση 40, σελ. 2-3.
55
M. Krabbe, EXCUSABLE EVIL, AN ANALYSIS OF COMPLETE DEFENSES IN INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, Intersentia,
2013, σελ. 8, R. Cryer, PROSECUTING INTERNATIONAL CRIMES: SELECTIVITY IN THE INTERNATIONAL CRIMINAL LAW
REGIME, Cambridge University Press, 2005, σελ. 4.
56
Η διατύπωση αυτή χρησιμοποιείται από τον Χουλιάρα, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 27, σελ. 343.
15 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
πέρα από την με πρόθεση τέλεση της εξειδικευμένης εγκληματικής πράξης (π.χ.
φόνος, βιασμός) πρέπει να υπάρχει και γνώση του «στοιχείου-πλαισίου» του
εγκλήματος (π.χ. η ευρεία ή συστηματική επίθεση κατά άμαχου πληθυσμού στα
εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας).57
iii. Διεθνές Έγκλημα και Διεθνικό Έγκλημα
Μολονότι στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας θα μας απασχολήσουν εγγύτερα τα
εν στενή εννοία διεθνή εγκλήματα με βάση την τελευταία θεώρηση, ως τα μόνα που
έχουν τύχει νομολογιακής επεξεργασίας από διεθνή ποινικά δικαστήρια, κάτι που
είναι εξαιρετικά σημαντικό δεδομένου ότι η εφαρμογή του διεθνούς δικαίου από τα
διεθνή ποινικά δικαστήρια συνιστά δυνητική πηγή δικαίου του, είναι κρίσιμο να γίνει
όχι μόνο για μεθοδολογικούς λόγους αλλά και λόγω της εξαιρετικά σημαντικής
πρακτικής συνέπειάς της και μία περαιτέρω διάκριση. Συγκεκριμένα, να διακριθεί το
διεθνές έγκλημα με την στενή του έννοια (international crime) από το έγκλημα με
διεθνικά στοιχεία (transnational crime),58
καθώς μόνον στην περίπτωση του πρώτου
ιδρύεται η πρωτογενής ατομική διεθνής ποινική ευθύνη, η δογματική φύση της
οποίας επιχειρείται να προσεγγισθεί.
Αν και όπως ήδη προαναφέρθηκε59
από την αρχή διακρίθηκε στην θεωρία το
έγκλημα που στρέφεται κατά των θεμελιακών αξιών της διεθνούς κοινότητας όπως η
διεθνής ειρήνη και ασφάλεια από τα υπόλοιπα διεθνή εγκλήματα, η έννοια του
διεθνικού εγκλήματος εμφανίσθηκε για πρώτη φορά κατά τις εργασίες του 5ου
Συνεδρίου των Ηνωμένων Εθνών για την Πρόληψη του Εγκλήματος και την
Μεταχείριση των Κρατουμένων που έλαβε χώρα στο Τορόντο του Καναδά τον
Σεπτέμβριο του 1975. Εκεί επισημάνθηκε ότι: «διακρίνοντας το διεθνικό από το
διεθνές έγκλημα, κάθε προτεινόμενος ορισμός θα διαφοροποιούσε τις ενέργειες που
εμπλέκουν Κράτη από άλλες ενέργειες που εμπλέκουν φυσικά πρόσωπα ή νομικά
57
Βλ. για το εν λόγω στοιχείο-πλαίσιο (chapeau element) σε M. Cherif Bassiouni, CRIMES AGAINST
HUMANITY, HISTORICAL EVOLUTION AND CONTEMPORARY APPLICATION, Cambridge University Press, 2011, σελ.
365.
58
Για την απόδοση της έννοιας transnational crime ως «διεθνικό έγκλημα», η οποία θα ακολουθηθεί
και στην παρούσα διατριβή, βλ. Κ. Βουγιούκα, Το οργανωμένο έγκλημα γενικώς, σε συνδυασμό με τη
βία και την τρομοκρατία, ειδικότερα, στο επίκεντρο παλαιότερων και πρόσφατων εκδηλώσεων
διεθνών οργανισμών, Υπερ. 1999, σελ. 508-9. Κατ’ άλλη διατύπωση «διασυνοριακό έγκλημα», βλ. Γ.
Χλούπη, ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΕΘΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟ ΈΓΚΛΗΜΑ, Νομική Βιβλιοθήκη, 2005, σελ. 27 επ.
59
Supra, υπό 1Α. ii, σελ. 7.
16 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
πρόσωπα – εταιρίες. Το Διεθνικά Εγκλήματα μπορεί να συνιστούν ‘‘κοινά εγκλήματα’’
που ορίζονται από εθνικούς ποινικούς κώδικες, αλλά εμπλέκουν (είτε από πλευράς του
δράστη είτε από πλευράς του θύματός τους) υπηκόους διαφορετικών χωρών, ή
καταστάσεις κατά τις οποίες το έγκλημα λαμβάνει χώρα σε διαφορετικές χώρες».60
Η έννοια του Διεθνικού Ποινικού Δικαίου (transnational criminal law), η οποία
προτείνεται από τον Boister να οραθεί ως ένας αυτοτελής δικαιικός κλάδος,61
προέρχεται από τον συνδυασμό των ιδεών του Jessup για το διεθνικό δίκαιο
(transnational law) ως «το σύνολο κανόνων δικαίου που ρυθμίζουν τις ενέργειες ή τις
καταστάσεις που υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα»62
και της έννοιας του εγκλήματος, τα
υποκείμενα ή τα αποτελέσματα του οποίου εκτείνονται πέραν της μίας εθνικής
έννομης τάξης.63
Σε επίπεδο κανονιστικό, η διαφορά των διεθνικών εγκλημάτων με τα stricto sensu
διεθνή εγκλήματα, τα οποία ιδρύουν πρωτογενώς ατομική διεθνή ποινική ευθύνη,
είναι η έμμεση καθιέρωση ποινικής ευθύνης μέσα από την ίδρυση κρατικής
υποχρέωσης υπό το διεθνές δίκαιο για ενσωμάτωση στις εθνικές ποινικές νομοθεσίες
διατάξεων που τυποποιούν εγκληματικές συμπεριφορές με υπαρκτή ή δυνητική
διασυνοριακή διάσταση.64
Η εν λόγω κρατική υποχρέωση γεννάται με τη σύναψη
60
Σε μετάφραση του γράφοντος, βλ. το αυθεντικό κείμενο: «in distinguishing transnational from
international crime, any proposed definition would differentiate actions involving nation States from
other involving persons or corporate bodies. Transnational crimes then may comprise ‘‘ordinary
crimes’’ which are crimes defined by national codes, but which involve (in terms of either the offender
or the victim) nationals of different countries, or situations in which the crime takes place over several
states» σε Changes in the Forms and Dimensions of Criminality – Transnational and National, Fifth UN
Congress on the Prevention of Crime and Treatment of Offenders (Toronto, Canada, 1 – 12 September
1975), Doc. A/Conf. 56/3, §118.
61
N. Boister, Transnational Criminal Law?, EJIL, Vol. 14, 2003, σελ. 974-976.
62
P.C. Jessup, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 33, σελ. 2 και για μία ανάλυση των θέσεων του Jessup βλ.
C. Tietjie, A. Brouder, K. Nowrot (επιμ.), PHILIP C. JESSUP’S TRANSNATIONAL LAW REVISITED: ON THE OCCASION
OF THE 50TH ANNIVERSARY OF ITS PUBLICATION, Essays in Transnational Economic Law, No. 50 /
Φεβρουάριος 2006, Institute for Economic Law Transnational Economic Law Research Center
Faculty of Law, Martin-Luther-University Halle-Wittenberg.
63
Για την έννοια του «διεθνικού εγκλήματος» ως περιγράφουσας την φύση της εν λόγω
εγκληματικής συμπεριφοράς βλ. G.O.W. Mueller, Transnational crime: Definitions and Concepts, in P.
Williams and D. Vlassis (επιμ.), COMBATING TRANSNATIONAL CRIME: CONCEPTS, ACTIVITIES AND RESPONSES,
Routledge, 2001, σελ. 13, αλλά και για τις ενστάσεις στην καταλληλότητα της εν λόγω έννοιας σε C.
Fijnaut, Transnational Crime and the role of the United Nations, European Journal of Criminal Law and
Criminal Justice, Vol. 8, 2000, σελ. 119.
64
A. Eser and O. Lagodny (επιμ.), PRINCIPLES AND PROCEDURES FOR A NEW TRANSNATIONAL CRIMINAL LAW,
Max-Planck-Institut fur Auslandisches und Internationales Strafrecht, 1992, σελ. 5.
17 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
διεθνών συνθηκών, οι οποίες αποκαλούνται «συνθήκες καταστολής» («suppression
conventions»).65
Οι συνθήκες αυτές αποσκοπούν στην ποινικοποίηση συμπεριφορών
όπως το διεθνές εμπόριο ναρκωτικών, η παραχάραξη και κιβδηλεία νομισμάτων, τα
εγκλήματα κατά της διεθνούς ναυσιπλοΐας και αεροπλοΐας, η δωροδοκία ξένων
κρατικών λειτουργών και άλλες,66
οι οποίες τελούνται κατά κανόνα τουλάχιστον από
μη κρατικούς παράγοντες (φυσικά πρόσωπα ή εγκληματικές οργανώσεις) και
αναπτύσσουν μια εγκληματική δυναμική που γεννά την ανάγκη για διακρατική
συνεργασία, αυστηρές ποινές και σε ορισμένες περιπτώσεις διευρυμένη εξωχωρική
δικαιοδοσία των κρατών που καλούνται να δικάσουν μια τέτοια πράξη. Σε κάθε
περίπτωση, η ύπαρξη του Διεθνικού Ποινικού Δικαίου, είτε το θεωρήσουμε αυτοτελή
δικαιικό κλάδο είτε το θεωρήσουμε ενότητα του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου,
εδράζεται στην ανάγκη αρμονικής συνύπαρξης και συνεργασίας των Κρατών για την
προστασία των «ατομικών» μεν αμοιβαίων και συχνά ομόρροπων δε συμφερόντων
τους. Στην προσπάθεια αυτή, μειονέκτημα αποτελεί η αποσπασματικότητα που
διακρίνει το σύστημά του και οι αναπόφευκτες δογματικές του αδυναμίες, καθώς
προκειμένου να θεσπίσει κανόνες δεκτικούς ενσωμάτωσης σε πολλές διαφορετικές
έννομες τάξεις δεν διεκδικεί δάφνες νομοτεχνικής σαφήνειας και δογματικής
συνέπειας.67
Η σημασία, ωστόσο, της σύλληψης της έννοιας του διεθνικού εγκλήματος και της
διάκρισής του από το εν στενή εννοία διεθνές έγκλημα,68
βρίσκεται στις συνέπειες
του χαρακτηρισμού μιας πράξης ως διεθνούς εγκλήματος,69
και συγκεκριμένα στο
65
Για την επεξήγηση του όρου βλ. N. Boister, Human Rights Protection in the Suppression
Conventions, HRLR, Vol. 2, No. 2, 2002, σελ. 199, ενώ για μια επισκόπηση της ανάπτυξης και της
ιστορίας των εν λόγω συνθηκών βλ. E. Nadelmann, Global Prohibition Regimes: The Evolution of
Norms in International Society, International Organisation, Vol. 44, No. 04, 1990, σελ. 479.
66
M. Cherif Bassiouni, The Source and Content of International Criminal Law: A Theoretical
Framework, στο έργο του ιδίου (επιμ.), ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 24, σελ. 4επ.
67
Βλ. για τις δογματικές αδυναμίες και την ανάγκη θέσπισης ενός πλαισίου-βάσης για το διεθνικό
έγκλημα σε N. Boister, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 61, σελ. 958-959.
68
Μια διάκριση που έγινε και στη Διπλωματική Διάσκεψη του ΟΗΕ στη Ρώμη κατά τις τελικές
διαπραγματεύσεις για την σύνταξη του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, βλ. P.
Kirsch, Reaching Agreement at the Rome Conference, σε A. Cassese, P. Gaeta, J. Jones (επιμ.), ό.π.
ανωτέρω υποσημείωση 23, σελ. 78-81, όπου και επικράτησε η άποψη ότι πρόκειται για σαφώς
διαφορετικής κατηγορίας και μικρότερης βαρύτητας εγκλήματα, των οποίων η συμπερίληψη θα
επιβάρυνε υπερβολικά το Δικαστήριο και τα οποία θα έπρεπε να αντιμετωπισθούν μέσα από την
διακρατική συνεργασία.
69
W.A. Schabas, International Crimes, σε D. Armstrong (επιμ.), ROUTLEDGE HANDBOOK OF INTERNATIONAL
LAW, Routledge, 2009, σελ. 274επ.
18 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
ότι: α) δεν υπόκειται σε παραγραφή, β) μπορεί να διωχθεί χωρίς την ύπαρξη εθνικού
ποινικού κανόνα (εφόσον φυσικά υπάρχει ο διεθνής ποινικός κανόνας), γ)
επιβάλλεται υποχρέωση συνεργασίας των κρατών για την αμοιβαία συνδρομή στη
δίωξη και την έκδοση των δραστών τους βάσει της αρχής aut dedere aut judicare,70
δ) υπάρχουν ειδικές προβλέψεις ως προς τη δυνατότητα του αποκλεισμού της
ποινικής ευθύνης με περιορισμούς σε ορισμένους υπερασπιστικούς ισχυρισμούς,71
ε)
χαλαρώνουν ή τίθενται στο περιθώριο οι κανόνες του διεθνούς δικαίου για την
ασυλία και τη δυνατότητα παροχής αμνηστίας σε αρχηγούς κρατών και κρατικούς
αξιωματούχους72
και στ) μπορεί να δικαστεί από εθνικό ποινικό δικαστήριο επί τη
βάσει της αρχής της παγκόσμιας δικαιοσύνης.73
iv. Τα Ποιοτικά Κριτήρια και τα Δομικά Χαρακτηριστικά του stricto sensu
Διεθνούς Εγκλήματος
Με βάση τις ανωτέρω επισημάνσεις, σημαντικό είναι να αναλυθούν τα ποιοτικά
κριτήρια που τελικά κάνουν ένα έγκλημα διεθνές και τα δομικά του χαρακτηριστικά
που διακρίνονται από αυτά ενός κοινού εγκλήματος. Η εν λόγω διερεύνηση θα
επιχειρηθεί σε ένα γενικό επίπεδο και όχι σε ειδικό, μιας και η έκταση του παρόντος
κεφαλαίου δεν θα επέτρεπε μια εξαντλητική ανάλυση των στοιχείων των εγκλημάτων
κατά της ανθρωπότητας, των εγκλημάτων πολέμου, της γενοκτονίας και της
επίθεσης.74
Η σημασία της συγκεκριμένης προσέγγισης έγκειται στο ότι εν αντιθέσει
70
Βλ. για το περιεχόμενο της εν λόγω αρχής την αναφορά της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου των ΗΕ,
The Obligation to Extradite or Prosecute (aut dedere aut judicare), Final Report of the International
Law Commission, 2014, ηλεκτρονικά διαθέσιμη σε
http://legal.un.org/ilc/texts/instruments/english/reports/7_6_2014.pdf [τελευταία επίσκεψη στις 22
Ιουνίου 2015]. Αυτή η υποχρέωση ενδέχεται να συναντάται και σε περιπτώσεις άλλων εγκλημάτων
με διεθνή στοιχεία, μόνον όμως αν προβλέπεται στην σχετική διεθνή σύμβαση.
71
Βλ. Μέρος Δεύτερο της παρούσας, όπου και εκτενής ανάλυση του ζητήματος.
72
Με τη συζήτηση για την αμνήστευση εγκλημάτων για την επίτευξη πολιτικής συμφιλίωσης στο
όνομα της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας πάντως να παραμένει ανοιχτή στη θεωρία, ιδιαίτερα
όσον αφορά τις «Επιτροπές Αλήθειας και Συμφιλίωσης» («Truth and Reconciliation Commissions»)
και τη δυνατότητά τους να υποκαταστήσουν την άσκηση της ποινικής δικαιοδοσίας βλ. μεταξύ
άλλων A. Guelke, Truth for Amnesty? The Truth and Reconciliation Commission and Human Rights
Abuses in South Africa, ISIA, Vol. 10, 1999, σελ. 21-30, M. Scharf, The Amnesty Exception to the
Jurisdiction of the International Criminal Court, CILJ, Vol. 32, Iss. 3, σελ. 507.
73
Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι (επιμ.) σε Ι. Μανωλεδάκη, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 18, σελ. 107-111.
74
Για τη μελέτη των οποίων συνιστάται η προσφυγή στα κορυφαία έργα της διεθνούς και εγχώριας
βιβλιογραφίας, με ενδεικτική καθαρά την αναφορά στα M. Cherif Bassiouni, CRIMES AGAINST HUMANITY,
ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 57, W. A. Schabas, GENOCIDE IN INTERNATIONAL LAW: THE CRIME OF CRIMES,
Cambridge University Press, 2009, 2η
έκδοση, C. McDougall, THE CRIME OF AGGRESSION UNDER THE ROME
19 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η
με τις διεθνείς συνθήκες καταστολής (suppression conventions), στις οποίες έγινε
αναφορά παραπάνω, το Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου75
δεν
προβαίνει στην πρόβλεψη της τυποποίησης αποκλειστικά συγκεκριμένων
συμπεριφορών (λ.χ. πρέπει να ενσωματωθεί ως έγκλημα επειδή είναι μια
συμπεριφορά που πλήττει την αεροπλοΐα), αλλά θέτει τις γενικές προϋποθέσεις για
την ίδρυση ενός αυτοτελούς διεθνούς αξιόποινου κάθε φορά που μια κοινή (υπό
άλλες συνθήκες) συμπεριφορά ανάγεται στο ύψος του διεθνούς εγκλήματος. Τα
ποιοτικά στοιχεία που προέκυψαν από την προεκτεθείσα ανάλυση και χρήζουν
ανάλυσης είναι: α) η ιδιαίτερη αξία-αγαθό που προσβάλλεται από το έγκλημα, β) το
κράτος ή η οιονεί κρατική οντότητα που συμμετέχει έμμεσα ή άμεσα στο έγκλημα, γ) η
απαιτούμενη σημαντική βαρύτητα του εγκλήματος και δ) ο προσδιορισμός της
αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος αποκλειστικά από διεθνείς
κανόνες.
Πρωτίστως, ερευνητέο είναι ποια είναι αυτή η ιδιαίτερη αξία που προκαλεί την
δογματική μεταβολή π.χ. μιας ανθρωποκτονίας από κοινό έγκλημα σε ένα έγκλημα
κατά της ανθρωπότητας. Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του Προοιμίου του
Καταστατικού του ΔΠΔ, πρόκειται για «τόσο σοβαρά εγκλήματα που απειλούν την
ειρήνη, την ασφάλεια και την ευημερία του κόσμου» («such grave crimes threaten the
peace, security and well-being of the world»).76
Αυτές οι τρεις θεμελιώδεις αξίες, η
διεθνής ειρήνη, η διεθνής ασφάλεια και η ευημερία των κρατών της διεθνούς
κοινότητας φαίνεται πως ανάγονται στην ενιαία αξία που προστατεύεται πίσω από τα
τέσσερα διεθνή εγκλήματα, χωρίς απαραίτητα να είναι σαφώς καθορισμένα τα
STATUTE OF THE INTERNATIONAL CRIMINAL COURT, Cambridge Studies in International and Comparative Law,
Cambridge University Press, 2015, K. Dörmann, ELEMENTS OF WAR CRIMES UNDER THE ROME STATUTE OF THE
INTERNATIONAL CRIMINAL COURT: SOURCES AND COMMENTARY, Cambridge University Press, 2003, Ε-
Συμεωνίδου-Καστανίδου, Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκης et al, ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΠΟΛΕΜΟΥ, ό.π.
ανωτέρω υποσημείωση 36.
75
Rome Statute of the International Criminal Court (ICC Statute), 2187 UNTS 90, αλλά και τα
Καταστατικά των ad hoc Διεθνών Ποινικών Δικαστηρίων, βλ. Statute of the International Criminal
Tribunal for the Former Yugoslavia, UN Doc. S/25704 και Statute of the International Criminal Tribunal
for Rwanda, UN Doc. S/RES/955.
76
Το αν θα μπορούσε κανείς να νοήσει αυτές τις οικουμενικές αξίες ως έννομα αγαθά με την έννοια
που τους δίνει ένα εθνικό ποινικό σύστημα όπως το ελληνικό παραμένει ζήτημα ανοικτό προς
συζήτηση, καθώς υπάρχει μεγάλη διχογνωμία διεθνώς για το αν το έννομο αγαθό ως σύλληψη
αποτελεί μια πρωτεύουσα ή δευτερεύουσα έννοια στη διαδικασία της εγκληματοποίησης, αλλά και
δεδομένων των διαφορετικών στοιχείων και αναγκών της εθνικής με τη διεθνή εγκληματικότητα, βλ.
K. Ambos, TREATISE ON INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, VOLUME I: FOUNDATIONS AND GENERAL PART, Oxford
University Press, 2013, σελ. 63.
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ

Mais conteúdo relacionado

Destaque

Social Media Marketing Trends 2024 // The Global Indie Insights
Social Media Marketing Trends 2024 // The Global Indie InsightsSocial Media Marketing Trends 2024 // The Global Indie Insights
Social Media Marketing Trends 2024 // The Global Indie Insights
Kurio // The Social Media Age(ncy)
 

Destaque (20)

Skeleton Culture Code
Skeleton Culture CodeSkeleton Culture Code
Skeleton Culture Code
 
PEPSICO Presentation to CAGNY Conference Feb 2024
PEPSICO Presentation to CAGNY Conference Feb 2024PEPSICO Presentation to CAGNY Conference Feb 2024
PEPSICO Presentation to CAGNY Conference Feb 2024
 
Content Methodology: A Best Practices Report (Webinar)
Content Methodology: A Best Practices Report (Webinar)Content Methodology: A Best Practices Report (Webinar)
Content Methodology: A Best Practices Report (Webinar)
 
How to Prepare For a Successful Job Search for 2024
How to Prepare For a Successful Job Search for 2024How to Prepare For a Successful Job Search for 2024
How to Prepare For a Successful Job Search for 2024
 
Social Media Marketing Trends 2024 // The Global Indie Insights
Social Media Marketing Trends 2024 // The Global Indie InsightsSocial Media Marketing Trends 2024 // The Global Indie Insights
Social Media Marketing Trends 2024 // The Global Indie Insights
 
Trends In Paid Search: Navigating The Digital Landscape In 2024
Trends In Paid Search: Navigating The Digital Landscape In 2024Trends In Paid Search: Navigating The Digital Landscape In 2024
Trends In Paid Search: Navigating The Digital Landscape In 2024
 
5 Public speaking tips from TED - Visualized summary
5 Public speaking tips from TED - Visualized summary5 Public speaking tips from TED - Visualized summary
5 Public speaking tips from TED - Visualized summary
 
ChatGPT and the Future of Work - Clark Boyd
ChatGPT and the Future of Work - Clark Boyd ChatGPT and the Future of Work - Clark Boyd
ChatGPT and the Future of Work - Clark Boyd
 
Getting into the tech field. what next
Getting into the tech field. what next Getting into the tech field. what next
Getting into the tech field. what next
 
Google's Just Not That Into You: Understanding Core Updates & Search Intent
Google's Just Not That Into You: Understanding Core Updates & Search IntentGoogle's Just Not That Into You: Understanding Core Updates & Search Intent
Google's Just Not That Into You: Understanding Core Updates & Search Intent
 
How to have difficult conversations
How to have difficult conversations How to have difficult conversations
How to have difficult conversations
 
Introduction to Data Science
Introduction to Data ScienceIntroduction to Data Science
Introduction to Data Science
 
Time Management & Productivity - Best Practices
Time Management & Productivity -  Best PracticesTime Management & Productivity -  Best Practices
Time Management & Productivity - Best Practices
 
The six step guide to practical project management
The six step guide to practical project managementThe six step guide to practical project management
The six step guide to practical project management
 
Beginners Guide to TikTok for Search - Rachel Pearson - We are Tilt __ Bright...
Beginners Guide to TikTok for Search - Rachel Pearson - We are Tilt __ Bright...Beginners Guide to TikTok for Search - Rachel Pearson - We are Tilt __ Bright...
Beginners Guide to TikTok for Search - Rachel Pearson - We are Tilt __ Bright...
 
Unlocking the Power of ChatGPT and AI in Testing - A Real-World Look, present...
Unlocking the Power of ChatGPT and AI in Testing - A Real-World Look, present...Unlocking the Power of ChatGPT and AI in Testing - A Real-World Look, present...
Unlocking the Power of ChatGPT and AI in Testing - A Real-World Look, present...
 
12 Ways to Increase Your Influence at Work
12 Ways to Increase Your Influence at Work12 Ways to Increase Your Influence at Work
12 Ways to Increase Your Influence at Work
 
ChatGPT webinar slides
ChatGPT webinar slidesChatGPT webinar slides
ChatGPT webinar slides
 
More than Just Lines on a Map: Best Practices for U.S Bike Routes
More than Just Lines on a Map: Best Practices for U.S Bike RoutesMore than Just Lines on a Map: Best Practices for U.S Bike Routes
More than Just Lines on a Map: Best Practices for U.S Bike Routes
 
Ride the Storm: Navigating Through Unstable Periods / Katerina Rudko (Belka G...
Ride the Storm: Navigating Through Unstable Periods / Katerina Rudko (Belka G...Ride the Storm: Navigating Through Unstable Periods / Katerina Rudko (Belka G...
Ride the Storm: Navigating Through Unstable Periods / Katerina Rudko (Belka G...
 

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ_ΑΪΔΙΝΛΗΣ_ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΠΔ

  • 1. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Η Θεμελίωση και ο Αποκλεισμός της Ατομικής Ποινικής Ευθύνης στο Διεθνές Ποινικό Δίκαιο Διπλωματική Διατριβή στο Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο Επιβλέπουσα: Ε. Συμεωνίδου - Καστανίδου Εισηγητής: Αϊδινλής Στέργιος (ΑΕΜ: 600724) Θεσσαλονίκη, Ιούνιος 2015
  • 2. Περιεχόμενα Πίνακας Συντομογραφιών ...............................................................i-ii Εισαγωγή..............................................................................................1 Μέρος Πρώτο – Το Διεθνές Έγκλημα και η Διεθνής Ποινική Ευθύνη ..................................................................................................6 1Α. Η Δογματική Ιδιαιτερότητα του Διεθνούς Εγκλήματος................................................................... 7 i. Η Έναρξη της Συζήτησης για το Διεθνές Ποινικό Δίκαιο και η Προβληματική για τον Προσδιορισμό του Διεθνούς Εγκλήματος ....................................................................................................................... 7 ii. Η Δικαιοπαραγωγική Μέθοδος της Διεθνούς Έννομης Τάξης: η Διεθνής «Εγκληματοποίηση» μέσα από την Τυποποίηση στις Διεθνείς Συνθήκες ........................................................................................ 10 iii. Διεθνές Έγκλημα και Διεθνικό Έγκλημα .......................................................................................... 15 iv. Τα Ποιοτικά Κριτήρια και τα Δομικά Χαρακτηριστικά του stricto sensu Διεθνούς Εγκλήματος....... 18 1Β. Η Φύση της Διεθνούς Ποινικής Ευθύνης....................................................................................... 25 i. Η Ποινική Ευθύνη στο Διεθνές Δίκαιο: Κρατική ή Ατομική Ευθύνη;................................................. 26 ii. Η Ατομική Ποινική Ευθύνη στο Διεθνές Ποινικό Δίκαιο: η Γένεση στο Διεθνές Στρατιωτικό Ποινικό Δικαστήριο της Νυρεμβέργης................................................................................................................. 30 iii. Η Δογματική Εξέλιξη της Ατομικής Ποινικής Ευθύνης στα ad hoc Διεθνή Ποινικά Δικαστήρια: η «Κοινή Εγκληματική Επιχείρηση........................................................................................................... 36 iv. Η Θεώρηση της Ατομικής Ποινικής Ευθύνης στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο: ο Έλεγχος επί του Εγκλήματος............................................................................................................................................ 42 Μέρος Δεύτερο - Ο Αποκλεισμός της Ποινικής Ευθύνης στο Διεθνές Ποινικό Δίκαιο .....................................................................50 2Α. Η Προβληματική του Αποκλεισμού της Ατομικής Ποινικής Ευθύνης στο Διεθνές Ποινικό Δίκαιο .............................................................................................................................................................. 50
  • 3. 2Β. Η Συστηματική Οριοθέτηση και τα Είδη των Λόγων Αποκλεισμού της Ποινική Ευθύνης στο Διεθνές Ποινικό Δίκαιο......................................................................................................................... 55 i. Η Βασική Διάκριση: «Λόγοι Δικαιολόγησης της Πράξης» («Justifications») και «Λόγοι Συγχώρησης του Δράστη» («Excuses») .................................................................................... 55 ii. Οι Άλλες Διακρίσεις και το Βάρος Απόδειξης στους Λόγους Αποκλεισμού της Ευθύνης........... 58 2Γ. Ο Αποκλεισμός της Ποινικής Ευθύνης στη Νομολογία των Διεθνών Ποινικών Δικαστηρίων... 61 i. Η Άμυνα (Self-defence) ............................................................................................................ 62 ii. Η Κατάσταση Ανάγκης / Εξαναγκασμός από Απειλή (Necessity/Duress)................................. 71 iii. Η Προσταγή Ανωτέρου (Superior Orders)............................................................................... 81 iv. Η Πραγματική και Νομική Πλάνη (Mistake of Fact – Mistake of Law)................................... 85 v. Η Διατάραξη Πνευματικών Λειτουργιών λόγω Φρενοβλάβειας (Insanity)............................... 91 vi. Η ατομική ποινική ευθύνη του συμμετόχου............................................................................... 94 Μέρος Τρίτο - Τα Πορίσματα τής Σύγκρισης και ή Προτεινόμενη Αντιμετώπιση από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.......................97 3Α. Ανάλυση και Συμπεράσματα: Ομοιότητες και Διαφορές μεταξύ του Διεθνούς και του Εθνικού Συστήματος................................................................................................................97 i. Η ατομική ποινική ευθύνη στο ελληνικό και το διεθνές ποινικό δίκαιο.................................... 97 ii. Η άμυνα στο ελληνικό και το διεθνές ποινικό δίκαιο.............................................................. 100 iii. Η κατάσταση ανάγκης στο ελληνικό και το διεθνές ποινικό δίκαιο......................................... 105 iv. Οι άλλοι λόγοι αποκλεισμού της ευθύνης στο ελληνικό και το διεθνές ποινικό δίκαιο............ 106 3B. Πορίσματα και Προτάσεις: Η Αιτία της Επιφυλακτικής Αντιμετώπισης των Λόγων Αποκλεισμού της Ευθύνης και η Προτεινόμενη Αντιμετώπιση............................................111 i. Η επιφυλακτική αντιμετώπιση των λόγων αποκλεισμού της ευθύνης στο διεθνές ποινικό δίκαιο ......................................................................................................................................... 111 ii. Καταληκτικές παρατηρήσεις: η προτεινόμενη αντιμετώπιση από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ......................................................................................................................................... 115 Συγκεντρωτική Βιβλιογραφία........................................................118
  • 4. Ι | Ε ι σ α γ ω γ ή ΠΙΝΑΚΑΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΩΝ βλ. βλέπε ΔΠΔ Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ΔΠΔΓ Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία ΔΠΔΡ Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την Ρουάντα επ. επόμενα επιμ. Επιμέλεια ό.π. όπως ανωτέρω ΠΚ Ποινικός Κώδικας ΠοινΔικ Ποινική Δικαιοσύνη ΠοινΛογ Ποινικός Λόγος π.χ. παραδείγματος χάριν ΠΧρ / ΠοινΧρ Ποινικά Χρονικά Σ. Σύνταγμα 1975/86 σελ. σελίδα / σελίδες Υπέρ. Υπεράσπιση AJCL American Journal of Criminal Law AUILR American University International Law Review BRIT. Y.B. INT’L L British Yearbook of International Law CILJ Cornell International Law Journal CLP Current Legal Problems CLR Cardozo Law Review DJILP Denver Journal of International Law and Policy EJIL European Journal of International Law HRLR Human Rights Law Review ICC International Criminal Court ICLR International Criminal Law Review ICLQ International & Comparative Law Quarterly ICTY International Criminal Tribunal for the former Yugoslavia
  • 5. IΙ | Ε ι σ α γ ω γ ή ICTR International Criminal Tribunal for Rwanda IMT International Military Tribunal IMTFE International Military Tribunal for the Far East Iss. issue JICJ Journal of International Criminal Justice JCLCR Journal of Criminal Law and Criminology J. Crim. L. Journal of Criminal Law, Criminology and Police Science Criminology & Police Sci. LJIL Leiden Journal of International Law Melb J Int’l L Melbourne Journal of International Law NELR New England Law Review No. number QBD Queen’s Bench Division RIDP Revue Internationale de Droit processuel UNTS United Nations Treaty Series VJTL Vanderbilt Journal of Transnational Law Vol. volume YILC Yearbook of International Law Commission
  • 6. 1 | Ε ι σ α γ ω γ ή Εισαγωγή Δεκαεπτά χρόνια μετά την υπογραφή του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου στην Ρώμη από 120 κράτη-μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στις 17 Ιουλίου 1998 και δεκατρία μετά την ενεργοποίηση της δικαιοδοσίας του την 1η Ιουλίου 2002,1 ο απολογισμός του ιστορικού εγχειρήματος της ίδρυσης μιας μόνιμης διεθνούς ποινικής δικαιοδοσίας με στόχο το τέλος της ατιμωρησίας για τους δράστες των πιο σοβαρών εγκλημάτων που αφορούν το σύνολο της διεθνούς κοινότητας αποτελεί ζήτημα διεθνούς προβληματισμού και συζήτησης. Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι η ίδρυση ενός μόνιμου διεθνούς δικαιοδοτικού οργάνου, το οποίο μάλιστα λειτουργεί συμπληρωματικά στις εθνικές ποινικές δικαιοδοσίες,2 χαρακτηρίζεται εξ υπαρχής με πολύ σημαντικές δυσχέρειες ως προς την προσέγγιση θεμελιακά διαφορετικών αντιλήψεων για το δίκαιο, αλλά και στηρίζεται πάνω απ’ όλα ως διακυβερνητικός οργανισμός στην βούληση των κρατών-μελών του να συνεργαστούν για την υλοποίηση του κοινού σκοπού. Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, ωστόσο, και το ότι έχουν καταγραφεί ζητήματα που δημιουργούν προβληματισμό για την αξιοπιστία και την ανεξαρτησία του εγχειρήματος, όπως η επιλογή να ερευνώνται κατ’ αποκλειστικότητα υποθέσεις που αφορούν την αφρικανική ήπειρο στην περιορισμένη μέχρι σήμερα σε έκταση 1 Μετά την επικύρωση από 60 κράτη-μέλη, όπως προβλέπεται στο άρθρο 126 του καταστατικού. Η κατάθεση των επικυρώσεων που ενεργοποίησε την δικαιοδοσία του δικαστηρίου έγινε στις 11 Απριλίου 2002 σε μία ειδική τελετή στη Νέα Υόρκη από δέκα χώρες ταυτόχρονα, την Βοσνία – Ερζεγοβίνη, την Βουλγαρία, την Καμπότζη, την Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, την Ιρλανδία, την Ιορδανία, την Μογγολία, τον Νίγηρα, την Ρουμανία και την Σλοβακία, βλ. το δελτίο τύπου της Διεθνούς Αμνηστίας, Amnesty International, The International Criminal Court - a historic development in the fight for justice, 11 Απριλίου 2002, διαδικτυακά διαθέσιμο στο http://tinyurl.com/np4h5mu [τελευταία επίσκεψη στις 26 Ιουνίου 2015]. 2 Για την αρχή της συμπληρωματικότητας (principle of complementarity) ως θεμελιώδη αρχή του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (εφεξής: ΔΠΔ) βλ. M. Benzing, The Complementarity Regime of the International Criminal Court: International Criminal Justice between State Sovereignty and the Fight against Impunity, Max Planck UNYB Vol. 7, 2003, σελ. 591επ., A. Cassese, INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, Oxford University Press, 1η έκδοση, 2003, σελ. 348. Σε αντίθεση με τα ad hoc διεθνή ποινικά δικαστήρια που είχαν προτεραιότητα σε σχέση με τα εθνικά ποινικά δικαστήρια, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο επιλαμβάνεται παραδεκτά μιας υπόθεσης μόνον όταν υπάρχει ανικανότητα ή απροθυμία των εθνικών δικαιοδοτικών αρχών να αποδώσουν δικαιοσύνη.
  • 7. 2 | Ε ι σ α γ ω γ ή νομολογία του δικαστηρίου.3 Η επιλογή αυτή αποτέλεσε πλήγμα για τα εχέγγυα αμεροληψίας που απαιτείται να έχει ένα όργανο επιφορτισμένο με διεθνή δικαιοδοτικά καθήκοντα, δημιουργώντας έντονες αντιδράσεις στα αφρικανικά κράτη- μέλη, τα οποία εξέφρασαν μέσω του περιφερειακού διεθνούς οργανισμού της Αφρικανικής Ένωσης την αντίρρησή τους στην δυσανάλογη ενασχόληση μόνο με την Αφρική ενός δικαιοδοτικού οργάνου με παγκόσμια δικαιοδοσία.4 Αποκορύφωμα της αφρικανικής δυσαρέσκειας και σαφές μήνυμα ότι η απόδοση της διεθνούς ποινικής δικαιοσύνης δεν μπορεί να αποκλίνει από την συνεργασία και την συνεννόηση επί τη βάσει συγκεκριμένων αρχών υπήρξε η υπόθεση του κατηγορούμενου για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, εγκλήματα πολέμου και γενοκτονία στο Νταρφούρ Ομάρ αλ-Μπασίρ, προέδρου του Σουδάν από το 1993, όταν και κατέλαβε την εξουσία με στρατιωτικό πραξικόπημα. Παρά την έκδοση δύο ενταλμάτων σύλληψης εις βάρος του από το δικαστήριο από το 2009,5 ο αλ-Μπασίρ παραμένει στην εξουσία και δεν έχει κατασταθεί εφικτή η σύλληψή του, καθώς τα κράτη της Αφρικανικής Ένωσης αρνούνται να συμπράξουν στην παράδοσή του, κάτι που επιβεβαιώθηκε και σε πολύ πρόσφατη επίσκεψή του στη Νότια Αφρική, όταν και διέφυγε με την προστασία των αρχών από την χώρα παρά την ύπαρξη αντίθετης απόφασης εθνικού δικαστηρίου που υποχρέωνε την κυβέρνηση να τον συλλάβει.6 Η επίδραση της πολιτικής στο πεδίο του διεθνούς ποινικού δικαίου είναι σαφώς αυξημένη σε σχέση με ένα εθνικό ποινικό σύστημα,7 στο οποίο η κυρίαρχη κρατική 3 Εννέα συνολικά είναι οι περιπτώσεις στις οποίες ο εισαγγελέας του ΔΠΔ διέταξε τη διενέργεια επίσημης έρευνας που οδήγησε στην άσκηση ποινικών διώξεων κατά προσώπων, στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (το 2004), την Ουγκάντα (το 2004), το Σουδάν (το 2005), την Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία (το 2007 και το 2014), την Κένυα (το 2010), την Λιβύη (το 2011), την Ακτή Ελεφαντοστού (το 2011) και το Μάλι (το 2013). 4 Βλ. W. Muchayi, Africa and the International Criminal Court: A drag net that catches only small fish?, Σεπτέμβριος 2013, διαδικτυακά διαθέσιμο στο http://tinyurl.com/poe837d [τελευταία επίσκεψη στις 26 Ιουνίου 2015]. 5 Βλ. Situation in Darfur, Sudan, in the case of The Prosecutor v. Omar Hassan Ahmad Al Bashir, Warrant of Arrest for Omar Hassan Ahmad Al-Bashir, ICC-02/05-01/09, Pre-Trial Chamber I, 4 Μαρτίου 2009 και Second Warrant of Arrest for Omar Hassan Ahmad Al Bashir, ICC-02/05-01/09, 12 Ιουλίου 2010. 6 N. Onishi, Omar al-Bashir, Leaving South Africa, Eludes Arrest Again, Ιούνιος 2015, διαδικτυακά διαθέσιμο στο http://tinyurl.com/ncygowz [τελευταία επίσκεψη στις 26 Ιουνίου 2015]. 7 Όπως είχε εύστοχα δηλώσει η πρώην Πρώτη Εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία Louise Arbour «Δεν υπάρχει ελπίδα για την προώθηση της ισχύος του δικαίου σε διεθνές επίπεδο αν ο πιο ισχυρός διεθνής οργανισμός το καθιστά υποτελές στην ισχύ της πολιτικής σκοπιμότητας». Ορθό είναι να παρατηρηθεί, βέβαια, ότι και η ίδια επέλεξε να μην
  • 8. 3 | Ε ι σ α γ ω γ ή εξουσία διασφαλίζει την δίωξη των εγκληματιών. Η ανάγκη προώθησης πολιτικών σε διπλωματικό επίπεδο ευνοεί την υποστήριξη απόψεων που δεν ερείδονται απαραίτητα σε μια συνεκτική δικαιική λογική, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την συχνά καταχρηστική επίκληση κρίσιμων δογματικών επιχειρημάτων όπως ο αποκλεισμός της διεθνούς ευθύνης,8 αλλά και δημιουργεί ζητήματα επαναπροσδιορισμού των παραδοσιακών δογματικών μεγεθών του ποινικού δικαίου υπό το πρίσμα της επίδρασης των διεθνών σχέσεων στο ποινικό φαινόμενο. Στην αυτονόητη για μια εθνική δικαιοδοσία θεώρηση της ποινικής δικαιοσύνης ως ενός μηχανισμού με συγκεκριμένα και χαρτογραφημένα όρια, απαρέγκλιτες αρχές και τεχνικό-θεσμικό χαρακτήρα, αντιπαρατίθεται ένα καινοφανές για το δίκαιο πεδίο, στο οποίο δοκιμάζονται και μετασχηματίζονται οι δικαιικές αρχές σε μια διαλεκτική σχέση με την ισχύ των υποκειμένων του διεθνούς δικαίου κρατών.9 Η δημιουργία των διεθνών ποινικών δικαστηρίων αποδίδεται από μία πραγματιστική σκοπιά στην επιθυμία των κρατών να νομιμοποιούν τους στόχους τους και να ελέγχουν την κατεύθυνση της διεθνούς έννομης τάξης, υπό το (κυνικό ενδεχομένως) πρίσμα ότι «δεν ελέγχουν οι κανόνες την ισχύ, αλλά η ισχύς καθορίζει τους κανόνες».10 Ενόψει του παραπάνω προβληματισμού, εναπόκειται στον ερμηνευτή του δικαίου να μελετήσει τις δογματικές ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά του σχετικά νεοπαγούς, υπό την σύγχρονη μορφή του,11 κλάδου δικαίου που ονομάζεται διεθνές ερευνήσει σε βάθος τις κατηγορίες για εγκλήματα από στρατιώτες των κρατών του ΝΑΤΟ στο Κόσοβο, βλ. F. Mégret, The Politics of International Criminal Justice, EJIL Vol. 13, No. 5, 2002, σελ. 1282-3. 8 Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πάγια επιλογή του Ισραήλ (αλλά και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στο πλαίσιο πολιτικής στήριξής του) να επικαλείται την άμυνα (self-defence) εναντίον επιθέσεων της παλαιστινιακής Χαμάς με ρουκέτες ως λόγο δικαιολόγησης των επιθέσεων που πραγματοποιεί στη λωρίδα της Γάζας, βλ. D. Akande, Is Israel’s Use of Force in Gaza Covered by the Jus Ad Bellum?, EJIL: Talk!, Αύγουστος 2014, διαδικτυακά διαθέσιμο στο http://tinyurl.com/o7gp29b [τελευταία επίσκεψη στις 26 Ιουνίου 2015]. 9 Ως φαινόμενο που «θεμελιώνεται στην ισχύ αλλά είναι ταυτόχρονα ικανό να την ξεπεράσει» («anchored in power yet simultaneously capable of transcending it») χαρακτηρίζει τον σχηματισμό της διεθνούς ποινικής δικαιοσύνης ο Mégret, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 7, σελ. 1264. 10 F. Mégret, ibid, σελ. 1267. 11 Για μεθοδολογικούς λόγους σημαντικό είναι να περιορίσει κανείς το πρίσμα της έρευνας του στην σύγχρονη έννοια του διεθνούς ποινικού δικαίου, με γενετήσια πράξη τον Χάρτη του Λονδίνου για την ίδρυση του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς η κλασική ιστορική αφήγηση που γίνεται στα διεθνή εγχειρίδια με αφετηρία τα μέσα του 19ου αιώνα και τον Κώδικα του Λίμπερ είναι μεν σημαντική, δεν μπορεί δε να αξιοποιηθεί λόγω βασικών δομικών διαφορών (δεδομένου ότι τοποθετείται σε εποχές πριν την ίδρυση και της Κοινωνίας των Εθνών) στο πλαίσιο της αξιολόγησης και της σύγκρισης με το σύγχρονο σύστημα.
  • 9. 4 | Ε ι σ α γ ω γ ή ποινικό δίκαιο υπό ένα συγκριτικό πρίσμα με τις γνωστές του από την εθνική ποινική δικαιοδοσία έννοιες και κατασκευές. Η αναμφίβολη, τουλάχιστον ως προς τον τρόπο γένεσης πρώτα απ’ όλα, ποιοτική διαφορά ανάμεσα στην ατομική ποινική ευθύνη κατά το εθνικό και κατά το διεθνές δίκαιο εκτείνεται μέχρι την κατάλυση βασικών δικαιοκρατικών αρχών όπως η αρχή της νομιμότητας και η αρχή της ενοχής; Ο συστηματικός και οργανωμένος κατά κανόνα τρόπος με τον οποίο διαπράττονται τα διεθνή εγκλήματα τα καθιστά διαφορετικά από τα εγκλήματα κατά το εθνικό δίκαιο και αν ναι σε ποια έκταση; Εν τέλει είναι το διεθνές ποινικό δίκαιο γνήσια έκφραση του ποινικού δικαίου στο διεθνές περιβάλλον ή αποτελεί ένα νομικό πρόσχημα για την χρησιμοποίηση των μηχανισμών της διεθνούς ποινικής δικαιοσύνης με σκοπό τη νομιμοποίηση της καταστολής από τους ισχυρούς;12 Στην προσπάθεια να δοθεί μια απάντηση στα ερωτήματα αυτά, κεφαλαιώδους σημασίας είναι η ανάλυση της θεμελίωσης και του αποκλεισμού της ατομικής ποινικής ευθύνης στο διεθνές ποινικό δίκαιο. Με αφορμή την εμπειρική παρατήρηση ότι σε πάνω από μισό αιώνα σύγχρονης ιστορίας του και εκδίκασης υποθέσεων από πέντε διεθνή ποινικά δικαστήρια, οι πολλάκις διατυπωθέντες ισχυρισμοί των κατηγορουμένων για άρση της ποινικής τους ευθύνης, είτε με τη μορφή της δικαιολόγησης της πράξης τους είτε με την μορφή της συγχώρεσής τους γι’ αυτήν, δεν έγιναν σχεδόν ποτέ δεκτοί επί της ουσίας, και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις απορρίφθηκαν εκ προοιμίου χωρίς καν να συζητηθούν, η παρούσα μελέτη αποσκοπεί στο να διερευνήσει τη σχέση των δογματικών όρων θεμελίωσης και αποκλεισμού της διεθνούς ατομικής ποινικής ευθύνης. Βασική επιλογή σ’ αυτήν την κατεύθυνση θα αποτελέσει η μελέτη των αποφάσεων των διεθνών ποινικών δικαστηρίων, καθώς οι σημαντικές ομοιότητες της δικαιοπαραγωγικής μεθόδου του διεθνούς ποινικού δικαίου με αυτήν του δημοσίου διεθνούς δικαίου13 αναβαθμίζουν τη σημασία της μελέτης της διεθνούς ποινικής νομολογίας και την καθιστούν κρισιμότερη από μια οπτική που θα επικέντρωνε στην ερμηνεία διατάξεων μόνο του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, κατά τις οποίες ένα 12 Βλ. D. Hoile, JUSTICE DENIED: THE REALITY OF THE INTERNATIONAL CRIMINAL COURT, The Africa Research Center, 2014, σελ. 25-34 για τα επιχειρήματα της κριτικής για πολιτικοποίηση της διεθνούς ποινικής δικαιοσύνης. 13 Βλ. A. Cassese, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 2, σελ. 16-22 για την δικαιοπαραγωγική φύση του διεθνούς ποινικού δικαίου ως κλάδου του δημοσίου διεθνούς δικαίου, με ιδιαίτερα βέβαια χαρακτηριστικά αλλά κοινές πηγές (συνθήκες, διεθνές έθιμο και γενικές αρχές του δικαίου των κρατών).
  • 10. 5 | Ε ι σ α γ ω γ ή διεθνές ποινικό δικαστήριο αξιοποίησε την προηγούμενη διεθνή νομολογία για να θεμελιώσει το αξιόποινο μιας συμπεριφοράς στο διεθνές εθιμικό δίκαιο,14 ενώ σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να υποτιμηθεί η σημασία των διεθνών δικαστικών αποφάσεων σαν γενικότερο ερμηνευτικό εργαλείο.15 Με αφετηρία την προσέγγιση των θεμελιωδών εννοιών του διεθνούς εγκλήματος και της διεθνούς ποινικής ευθύνης και επίκεντρο την ανάλυση των πορισμάτων της διεθνούς ποινικής νομολογίας σε ζητήματα ερμηνείας των λόγων αποκλεισμού της ατομικής ποινικής ευθύνης, η ανα χείρας μελέτη φιλοδοξεί να ακολουθήσει μια συγκριτική, όπου είναι μεθοδολογικά νοητό, οπτική αποσκοπώντας στην σκιαγράφηση του διεθνούς ποινικού φαινομένου. Η καταλληλότητα του ελληνικού ποινικού δικαίου ως χαρακτηριστικού παραδείγματος δικαίου που ανήκει στην οικογένεια του κεντροευρωπαϊκού δικαίου παρέχει την ευκαιρία για κατανόηση διαφορετικών επιλογών προερχόμενων από την φιλοσοφία του κοινού δικαίου και εκτίμηση σημαντικών ομοιοτήτων και διαφορών που καθιστούν εναργέστερη την δογματική ταυτότητα του διεθνούς ποινικού δικαίου. 14 Έτσι το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία στην υπόθεση Furundžija για τον ορισμό του βιασμού ως διεθνούς εγκλήματος στη νομολογία του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου για την Άπω Ανατολή στις υποθέσεις Toyoda και Matsui, βλ. Prosecutor v. Anto Furundžija, Judgment, IT-95-17/1-T, Trial Chamber, 10 Δεκεμβρίου 1998, §§168-9. 15 A. Cassese, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 2, σελ. 37.
  • 11. 6 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η Μέρος Πρωτο - Το Διέθνές Έγκλήμα και Η Διέθνής Ποινική Ευθυνή Η διερεύνηση των δογματικών όρων θεμελίωσης και αποκλεισμού της ποινικής ευθύνης σε ένα σύστημα ποινικού δικαίου όπως αυτό του διεθνούς ποινικού δικαίου,16 με σαφώς διαφορετικές πηγές δικαίου17 από μία εθνική ποινική δικαιοδοσία όπως π.χ. η ελληνική, προϋποθέτει μεθοδολογικά την οριοθέτηση ορισμένων κρίσιμων εννοιών που ενδεχομένως χρησιμοποιούνται σε αμφότερους τους χώρους, αλλά ερευνητέο είναι αν αυτό συμβαίνει και με το ίδιο σημασιολογικό φορτίο. Αν στην ελληνική ποινική επιστήμη μιλώντας για «έγκλημα» αναφερόμαστε σε πράξη άδικη και καταλογιστή που τιμωρείται από τον νόμο (όπως ορίζεται στο άρθρο 14ΠΚ)18 και ως «ποινική ευθύνη» νοούμε την ειδική νομική κατάσταση που προσδιορίζει τον αυστηρά και υποκειμενικά πάντοτε καθορισμένο υπεύθυνο για την τέλεση ενός εγκλήματος,19 κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει αυτονόητα – και ενδεχομένως 16 Η χρησιμοποίηση του όρου «σύστημα» αποσκοπεί στο να αποτελέσει έννοια προσδιορισμού και διάκρισης μεταξύ μίας εθνικής ποινικής δικαιοδοσίας και έννομης τάξης και του αποκεντρωμένου - ακόμα και μετά την ίδρυση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (εφεξής: ΔΠΔ) - οργανισμού της Διεθνούς Ποινικής Δικαιοσύνης υπό το πρίσμα του φορέα της κρατικής κυριαρχίας (state sovereignty) που αποτελεί κοινό παρονομαστή και πηγή της παραδοσιακής ποινικής δικαιοδοσίας ενός Κράτους. 17 Διαφορετικές ακόμα και μεταξύ των διαφορετικών διεθνών ποινικών δικαστηρίων, καθώς τα ad hoc διεθνή ποινικά δικαστήρια (ICTY, ICTR) γίνεται δεκτό ότι αντλούν δίκαιο από τις γενικές πηγές του Διεθνούς Δικαίου δυνάμει του άρθρου 38 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, ενώ το ΔΠΔ έχει τις δικές του πηγές δυνάμει του άρθρου 21 του Καταστατικού του, βλ. μεταξύ άλλων σε D. Akande, Sources of International Criminal Law σε A. Cassese (επιμ.), THE OXFORD COMPANION TO INTERNATIONAL CRIMINAL JUSTICE, Oxford University Press, 2009, σελ. 41-53. 18 Νόμος που ερμηνεύεται ως γραπτός νόμος στο πλαίσιο της αρχής nullum crimen nulla poena sine lege scripta. Για την έννοια του εγκλήματος στην ελληνική ποινική επιστήμη βλ. Ε. Συμεωνίδου- Καστανίδου (επιμ.) σε Ι. Μανωλεδάκη, ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ: ΕΠΙΤΟΜΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΜΕΡΟΥΣ, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2005, σελ. 177επ., Ν. Ανδρουλάκη, ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ, ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, Π.Ν. Σάκκουλας, 2000, σελ. 145επ. 19 Για την ποινική ευθύνη και την αναπόσπαστη σύνδεσή της με την αρχή της ενοχής στην ελληνική ποινική επιστήμη βλ. Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου και Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι (επιμ.) σε Ι. Μανωλεδάκη, ibid, σελ. 3επ. και 691επ., Ν. Παρασκευόπουλο, ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ: ΤΟ
  • 12. 7 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η δεν θα μπορούσε εγγενώς να συμβεί δεδομένου π.χ. ότι το έθιμο είναι σημαντική πηγή του διεθνούς δικαίου-20 στο διεθνές ποινικό δίκαιο. 1Α. Η Δογματική Ιδιαιτερότητα του Διεθνούς Εγκλήματος Πίσω από την εναρκτήρια και κλασική θεώρηση ότι ένα διεθνές έγκλημα πρέπει να έχει ένα διεθνές στοιχείο, δηλαδή ένα ιδιαίτερο στοιχείο που το «μεταμορφώνει» από έγκλημα κατά το εθνικό ποινικό δίκαιο σε έγκλημα κατά το διεθνές δίκαιο,21 είναι σημαντικό να αναζητηθεί το νήμα μιας συζήτησης με αντικείμενο την ανάγκη προσδιορισμού της έννοιας του διεθνούς εγκλήματος που στο σύγχρονο τουλάχιστον πλαίσιό της22 ανέκυψε μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και συνδέεται με την κριτική που ασκήθηκε στα πρώτα δύο διεθνή ποινικά δικαστήρια που ήταν αρμόδια για την εκδίκαση των διεθνών εγκλημάτων των Ναζί και των συμμάχων τους, τα Διεθνή Στρατιωτικά Δικαστήρια της Νυρεμβέργης (International Military Tribunal) και για την Άπω Ανατολή (International Military Tribunal for the Far East).23 i. Η Έναρξη της Συζήτησης για το Διεθνές Ποινικό Δίκαιο και η Προβληματική για τον Προσδιορισμό του Διεθνούς Εγκλήματος ΕΓΚΛΗΜΑ, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2008, σελ. 216επ., Ν. Παρασκευόπουλο, Η συνταγματική διάσταση του αδίκου και της ενοχής, Υπερ. 1993, σελ. 1261. 20 Βλ. για το διεθνές έθιμο και γενικότερα για τις πηγές του Διεθνούς Δικαίου ενδεικτικά σε I. Brownlie, PRINCIPLES OF INTERNATIONAL LAW, Oxford University Press, 7η έκδοση, 2008, σελ. 3 επ, Ε. Ρούκουνα, ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ. ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 3η έκδοση, 2004, σελ. 91 επ. 21 M. Cherif Bassiouni, INTERNATIONAL CRIMINAL LAW CONVENTIONS AND THEIR PENAL PROVISIONS, Transnational Publishers, 1997, σελ. 15-44. 22 W. A. Schabas, AN INTRODUCTION TO THE INTERNATIONAL CRIMINAL COURT, Cambridge University Press, 2001, σελ. 1-5 για τις ιστορικές καταβολές συμπεριφορών που τηρουμένων των αναλογιών κάθε ιστορικής εποχής θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως διεθνή εγκλήματα και τις πρώτες προσπάθειες κωδικοποίησης όπως ο Κώδικας του Lieber και οι Συνθήκες της Χάγης του 1899 και του 1907. 23 Για την κριτική βλ. infra, υπό 1Β-ii, ενώ εκτενέστερα για τα Δικαστήρια αυτά ως «γενετήσια πράξη» του Διεθνούς Ποινικού Δικαίου μεταξύ άλλων σε J. A. Appleman, MILITARY TRIBUNALS AND INTERNATIONAL CRIMES, The Bobbs-Merrill Company, Inc. Publishers, 1954, A. Cassese, From Nuremberg to Rome: International Military Tribunals to the International Criminal Court, σε A. Cassese, P. Gaeta και J. R. W. D. Jones (επιμ.), THE ROME STATUTE OF THE INTERNATIONAL CRIMINAL COURT: A COMMENTARY, VOL. 1, Oxford University Press, 2002, σελ. 3-19, M. Cherif Bassiouni, The ‘Nuremberg Legacy’, στο έργο του ιδίου (επιμ.), INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, VOL. III: ENFORCEMENT, Transnational Publishers, 1999, σελ. 409-422.
  • 13. 8 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η Η απαρέγκλιτη τήρηση της αρχής της νομιμότητας, με τον τρόπο τουλάχιστον που αυτή νοείται ως θεμέλιο για τα περισσότερα ποινικά δίκαια στον κόσμο,24 φαίνεται ανέφικτη στο διεθνές ποινικό δίκαιο λόγω της ιδιαιτερότητας της μεθόδου παραγωγής του, και κυρίως της δυνατότητας θεμελίωσης αξιοποίνου στο διεθνές έθιμο.25 Με αυτό το βασικό δεδομένο, η συζήτηση για τον προσδιορισμό του διεθνούς εγκλήματος έπρεπε να συμβιβάσει διαφορετικές εκ βάθρων μεταξύ τους φιλοσοφίες. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση προτάθηκαν πολλές συμβιβαστικές λύσεις26 όπως η κατ’ αναλογία εφαρμογή της παραδοσιακής ποινικής αρχής της νομιμότητας σταθμίζοντας την εθιμική παράδοση του διεθνούς δικαίου, στην ουσία ως nullum crimen nulla poena sine iure.27 Συναφής είναι και η άποψη του Cassese,28 ο οποίος επιχείρησε να συγκεράσει τις εγγενείς αντιφάσεις διακρίνοντας μεταξύ ουσιαστικής δικαιοσύνης (substantive justice) και αυστηρής νομιμότητας (strict legality), επισημαίνοντας ότι το διεθνές ποινικό δίκαιο είναι σε περίοδο μετάβασης από τις απαιτήσεις της πρώτης αρχής σε αυτές της δεύτερης. Κατά την άποψη αυτή, οι δίκες της Νυρεμβέργης και του Τόκυο, η γενετήσια πράξη του σύγχρονου διεθνούς ποινικού δικαίου, αποκτούν 24 Σε άλλα δίκαια (κεντροευρωπαϊκά) με πιο αυστηρή και σε άλλα (αγγλοσαξωνικά) με πιο ευέλικτη εφαρμογή, βλ. Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Οι Γενικές Αρχές του Ποινικού Δικαίου στο Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου – Προς ένα Δικαιοκρατούμενο Ποινικό Δίκαιο των Εθνών;, ΠοινΔικ 10/2002, σελ. 1066, M. Cherif Bassiouni, Principles of Legality in International and Comparative Criminal Law, στο έργο του ιδίου (επιμ.), INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, VOL. I: SOURCES, SUBJECTS AND CONTENTS, Martinus Nijhoff Publishers, 3η έκδοση, 2008, σελ. 73-105, F. von Liszt, The Rationale for the Nullum Crimen Principle, JICJ, Vol. 5, 2007, σελ. 1005-1008, J.J. Paust, Nullum Crimen and Related Claims, DJILP, Vol. 25, 1997, σελ. 321 επ. 25 Χαρακτηριστική εδώ και αναλυτέα στο επόμενο κεφάλαιο είναι η περίπτωση της Κοινής Εγκληματικής Επιχείρησης (Joint Criminal Enterprise) για την θεμελίωση της οποίας ως ιδιάζουσας μορφής αυτουργίας κατέφυγε το Εφετειακό Τμήμα (Appeals Chamber) του ΔΠΔΓ (ICTY) στο διεθνές εθιμικό δίκαιο, βλ. Prosecutor v. Duško Tadić, Judgment, IT-94-1-A, Appeals Chamber, 15 Ιουλίου 1999, §194. 26 Βλ. αναλυτικά για τις τάσεις σχετικοποίησης της αρχής της νομιμότητας σε Ι. Μανωλεδάκη, Μπορεί πράγματι να υπάρξει σήμερα διεθνής ποινική δικαιοσύνη; και Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, Νομιμοποιητική βάση και όρια δικαιοδοσίας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, σε Ι. Μανωλεδάκη, C. Prittwitz (επιμ.), ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2003, σελ. 71 και 83 επ, αλλά και για την εκ γενετής σχετικοποιημένη διάσταση της αρχής της νομιμότητας λόγω της ιστορίας και της εξέλιξης του διεθνούς ποινικού δικαίου σε S. Lamb, Nullum crimen, nulla poena sine lege, in International Criminal Law σε A. Cassese, P. Gaeta, J. Jones (επιμ.), ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 23, σελ. 733-4 και L. Green, The Maxim Nullum crimen sine lege and the Eichmann Trial, 38 BRIT. Y.B. INT’L L, 1962, σελ. 457. 27 Α. Γ. Χουλιάρας, Η ΑΝΑΔΥΣΗ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ: ΌΨΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΣΤΗΜΙΚΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2013, σελ. 327. 28 A. Cassese, INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, Oxford University Press, 2η έκδοση, 2008, σελ. 22, 193 επ. και την ανάλυση των εν λόγω απόψεων σε Κ. Αντωνόπουλο, Η ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2003, σελ. 103 επ.
  • 14. 9 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η νομιμοποίηση από την αδήριτη ανάγκη αντιμετώπισης μιας άκρως βλαπτικής συμπεριφοράς για τη διεθνή κοινότητα, ακόμα και αν αυτή δεν έβρισκε ρητή τυποποίηση τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή σε κάποιο διεθνές νομοθετικό κείμενο.29 Μία από τις πρώτες προσπάθειες προσέγγισης της έννοιας του διεθνούς ποινικού δικαίου ως του ρυθμιστικού πλέγματος κανόνων του διεθνούς ποινικού φαινομένου έγινε από τον Georg Schwarzenberger,30 ο οποίος υποστήριξε ότι ο όρος «διεθνές ποινικό δίκαιο» μπορεί να έχει πολλές έννοιες: α) το δίκαιο των τοπικών ορίων των εθνικών ποινικών νόμων, β) την θέσπιση εθνικής ποινικής νομοθεσίας συνεπεία εκπλήρωσης διεθνούς υποχρέωσης, γ) την τιμωρία των «εγκλημάτων κατά του δικαίου των εθνών» και ειδικότερα της πειρατείας και των εγκλημάτων πολέμου, δ) τους κανόνες που είναι κοινοί στα περισσότερα συστήματα ποινικού δικαίου, ε) τους κανόνες που ρυθμίζουν τη διακρατική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και στ) το δίκαιο των διεθνών εγκλημάτων «που πλήττουν τις ίδιες τις ρίζες της διεθνούς κοινωνίας». Την τελευταία και στενότερη άποψη υιοθέτησε ο συγγραφέας,31 σύμφωνα με την οποία αξιόποινη συμπεριφορά κατά το διεθνές δίκαιο είναι αυτή που προσβάλλει τα θεμέλια της διεθνούς κοινότητας, τις θεμελιώδεις αρχές και αξίες που το σύνολο των κρατών επιθυμεί να προστατεύονται στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό. 29 Έβρισκε όμως έρεισμα γενικότερα στο διεθνές δίκαιο, με βασικά επιχειρήματα τις αναφορές των Συμβάσεων της Γενεύης του 1864 και της Αγ. Πετρούπολης του 1868, τις Συμβάσεις της Χάγης του 1899 και 1907 και τις Συμβάσεις της Γενεύης του 1929 που περιλάμβαναν γενικόλογες αναφορές στο ζήτημα της ευθύνης (κράτους βέβαια) για τις παραβιάσεις των νόμων και εθίμων πολέμου, αλλά και της ρήτρας Martens (Martens clause) που περιεχόταν στο προοίμιο της 4ης Σύμβασης της Χάγης του 1907 και προέβλεπε ότι μέχρι να κωδικοποιηθεί το δίκαιο του πολέμου, τα κράτη είναι υπεύθυνα να διασφαλίσουν ότι οι άνθρωποι θα απολαμβάνουν τα δικαιώματά τους σύμφωνα με τις αρχές του διεθνούς δικαίου που απορρέουν από το έθιμο, τους νόμους της φιλανθρωπίας και τις απαιτήσεις της δημόσιας συνείδησης, βλ. Α. Γιόκαρη, Φ. Παζαρτζή, ΕΘΝΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2008, σελ. 114. Για εκτενή ανάλυση νομιμοποιητικών της Δίκης της Νυρεμβέργης επιχειρημάτων που εκφεύγουν από το βεληνεκές της παρούσας βλ. μεταξύ άλλων σε D. McGoldrick, Criminal Trials Before International Tribunals: Legality And Legitimacy, σε D. McGoldrick, P. Rowe, E. Donnelly (επιμ.), THE PERMANENT INTERNATIONAL CRIMINAL COURT, Hart Publishing, 2004, σελ. 15. 30 G. Schwarzenberger, The Problem of an International Criminal Law, CLP, Vol. 3, 1950, σελ. 263 επ. 31 Ibid, σελ. 296.
  • 15. 10 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η Στην ίδια λογική κινείται και η πιο σύγχρονη θεώρηση του Claus Kreß,32 ο οποίος εντοπίζει τέσσερις δυνατές έννοιες για το διεθνές ποινικό δίκαιο: α) οι εθνικοί και διεθνείς κανόνες που καθορίζουν τα όρια άσκησης των εθνικών ποινικών δικαιοδοσιών, β) οι κανόνες που ρυθμίζουν τη διακρατική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις, γ) οι κανόνες που περιέχονται σε διεθνείς συνθήκες και δημιουργούν στα Κράτη υποχρέωση τυποποίησης εγκλημάτων με «διεθνικό χαρακτήρα»33 και δ) οι κανόνες που ιδρύουν πρωτογενώς ατομική ποινική ευθύνη για πράξεις που στρέφονται κατά της διεθνούς κοινότητας ως τέτοιας, με την έννοια ότι προσβάλλουν οικουμενικού χαρακτήρα αξίες, όπως η διεθνής ειρήνη και ασφάλεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα που απολαμβάνουν προστασίας κατά το διεθνές δίκαιο. Η τελευταία έννοια πράγματι επικράτησε ως περιεχόμενο του όρου διεθνές ποινικό δίκαιο (international criminal law),34 με τις άλλες κατηγορίες κανόνων να μη στερούνται φυσικά σημασίας, αλλά να ρυθμίζουν σημαντικότατα ζητήματα όπως τα όρια άσκησης των εθνικών ποινικών δικαιοδοσιών,35 τη διακρατική συνεργασία για θέματα ποινικού δικαίου και τα διεθνικά εγκλήματα που αναλαμβάνουν τα Κράτη να ενσωματώσουν στην ποινική τους νομοθεσία.36 ii. Η Δικαιοπαραγωγική Μέθοδος της Διεθνούς Έννομης Τάξης: η Διεθνής «Εγκληματοποίηση» μέσα από την Τυποποίηση στις Διεθνείς Συνθήκες 32 C. Kreß, International Criminal Law, σε R. Wolfrum (επιμ.), MAX PLANCK ENCYCLOPEDIA OF PUBLIC INTERNATIONAL LAW, Oxford University Press, 2008, ηλεκτρονικά διαθέσιμο στη βάση δεδομένων της εγκυκλοπαίδειας www.mpepil.com. 33 Για την έννοια του διεθνικού εγκλήματος (transnational crime) και τη διάκρισή της από το διεθνές έγκλημα (international crime) βλ. infra, υπό 1Α. ii, ενώ η θεωρητική αναζήτηση γύρω από το ζήτημα ξεκινά από τη μονογραφία του P.C. Jessup, TRANSNATIONAL LAW, Yale University Press, 1956. 34 K. Ambos, INTERNATIONALES STRAFRECHT, STRAFANWENDUNGSRECHT, VÖLKERSTRAFRECHT, EUROPÄISCHES STRAFRECHT, RECHTSHILFE, EIN STUDIENBUCH, C.H. Beck, 2η έκδοση, 2008, σελ. 81-84, G. Werle, PRINCIPLES OF INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, TMC Asser Press, 2η έκδοση, 2009, σελ. 44. 35 Χ. Μυλωνόπουλος, ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ, ΤΑ ΤΟΠΙΚΑ ΟΡΙΑ ΤΩΝ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΝΟΜΩΝ, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1993, Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 26, σελ 83 επ. 36 Βλ. για τις κυριότερες υποχρεώσεις της Ελλάδας από διεθνείς συμβάσεις και από την κοινοτική (ενωσιακή πλέον) έννομη τάξη σε Μ. Καϊάφα–Γκμπάντι, ΠΟΙΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ & ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗΣ, Νομική Βιβλιοθήκη, 2008, Θ. Σάμιο (επιμ.), ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, ΤΟΜΟΣ I: ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ, Π.Ν. Σάκκουλας, 2004, καθώς και για το ζήτημα της αναγκαίας ύπαρξης μιας ισοδύναμης τυποποίησης στις περιπτώσεις αυτές σε Ε. Συμεωνίδου- Καστανίδου, Μ. Καϊάφα–Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκη, Α. Παπαδαμάκη, Θ. Παπακυριάκου, Γ. Νούσκαλη, Γ. Ναζίρη, ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΠΟΛΕΜΟΥ: ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ, Νομική Βιβλιοθήκη, 2006, σελ. 61-63.
  • 16. 11 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η Εκλαμβάνοντας ως stricto sensu διεθνές έγκλημα τη συμπεριφορά που στρέφεται κατά των θεμελιακών αξιών της διεθνούς κοινότητας και συνακόλουθα ως διεθνές ποινικό δίκαιο τους διεθνείς κανόνες που ιδρύουν άμεση και ατομική ποινική ευθύνη για τις συμπεριφορές που προσβάλλουν τις εν λόγω αξίες, σημαντικό είναι να προσδιοριστεί η φύση και η προέλευση του κανόνα που τυποποιεί ένα διεθνές έγκλημα και να διακριθεί αυτό από άλλα εγκλήματα με διεθνή στοιχεία όπως τα διεθνή αδικήματα37 (άλλως διεθνείς αδικοπραξίες) ή τα διεθνικά εγκλήματα. Με δεδομένη την έλλειψη τυποποίησης ανάλογης με μια εθνική38 και την ανάγκη εναρμόνισης της φιλοσοφίας δύο δικαικών κλάδων όπως το διεθνές και το ποινικό με σημαντικές διαφορές,39 σαφής στόχος και κληρονομιά της δίκης της Νυρεμβέργης είναι η θεμελίωση ενός πλέγματος κανόνων δικαίου που εδράζεται στις πηγές και την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, αλλά διακρίνεται και από εννοιολογική σαφήνεια και καθαρότητα όπως απαιτεί το ποινικό δίκαιο.40 Η δικαιοπαραγωγική μέθοδος της διεθνούς έννομης τάξης αναδεικνύει τη σημασία μιας εμπειρικής έρευνας για την απάντηση στο πρόβλημα και τη διάκριση των διεθνών εγκλημάτων από τα άλλα εγκλήματα διεθνούς χαρακτήρα, με βασικό σταθμό την προσπάθεια του Deinstein να καταγράψει τους τρόπους εγκληματοποίησης σε διεθνές επίπεδο.41 Σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα υπάρχουν πέντε τρόποι εγκληματοποίησης: α) ρητή και σαφής δήλωση ότι μια απαγορευμένη συμπεριφορά συνιστά διεθνές έγκλημα που συνεπάγεται ατομική ποινική ευθύνη, όπως στην 37 Βλ. Α. Γιόκαρη, Φ. Παζαρτζή, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 29, σελ. 14 για την έννοια του διεθνούς αδικήματος ή διεθνούς αδικοπραξίας (international delict) με βάση το άρθρο 19§4 του Σχεδίου Άρθρων της Επιτροπής του Διεθνούς Δικαίου για την ευθύνη των κρατών και παραδείγματα όπως το δουλεμπόριο και η πειρατεία που τυποποιούνται σε διεθνείς συμβάσεις ως παράνομες κατά το διεθνές δίκαιο πράξεις. Κριτήριο που τα διακρίνει από το διεθνές έγκλημα εν στενή εννοία είναι ότι η γενική τους διεθνής απαξία δεν φτάνει στο επίπεδο της βαρύτητας του διεθνούς εγκλήματος. 38 Βλ. εδώ και Κ. Αντωνόπουλο, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 28, σελ. 103, κατά τον οποίο ένας τυποποιημένος ορισμός σαν αυτόν του άρθρου 14ΠΚ δεν θα είχε θέση στο διεθνές ποινικό δίκαιο, ενώ αντίθετα τονίζεται η σημασία της τυποποίησης και στο διεθνές ποινικό δίκαιο από άλλους θεωρητικούς βλ. Ι. Μανωλεδάκη και Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 26, σελ. 71 και 83 επ, Σ. Ε. Κύρκο, Οι τάσεις σχετικοποίησης και αποδυνάμωσης της αρχής της νομιμότητας στο πλαίσιο της δίωξης και τιμωρίας των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο, ΠΧρ ΝΗ/2008, σελ. 967 επ. 39 Στα υποκείμενα τους (κράτος-άτομο), στο σκοπό τους (ρύθμιση-καταστολή) και στη μέθοδο δημιουργία τους (εθιμική-θετική), βλ. Α.Γ. Χουλιάρα, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 27, σελ. 326, όπου και παραπομπή σε A. Cassese, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 28, σελ. 20-21. 40 R. Cryer, H. Friman, D. Robinson, E. Wilmshurst, AN INTRODUCTION TO INTERNATIONAL CRIMINAL LAW AND PROCEDURE, Cambridge University Press, 2010, 2η έκδοση, σελ. 16 41 Y. Deinstein, International Criminal Law, Israel Law Review, Vol. 20, 1985, σελ. 206-242.
  • 17. 12 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η περίπτωση του Καταστατικού του Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης42 και στην Σύμβαση για την καταστολή και την τιμωρία του εγκλήματος του Άπαρτχαιντ,43 β) απλή δήλωση ότι μια συμπεριφορά αποτελεί διεθνές έγκλημα χωρίς περαιτέρω πρόβλεψη για τη συγκεκριμενοποίηση της ευθύνης, όπως στην περίπτωση του εγκλήματος της Γενοκτονίας,44 γ) ασαφής δήλωση ότι η συμπεριφορά είναι έγκλημα, χωρίς να διευκρινίζεται αν είναι διεθνές έγκλημα, όπως π.χ. στη Σύμβαση του Μόντρεαλ για την καταστολή παράνομων πράξεων κατά της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας,45 δ) θέσπιση υποχρέωσης των κρατών-μερών να διώξουν μία πράξη, χωρίς να ορίζεται ρητά όμως αν αυτή είναι διεθνές έγκλημα, όπως οι Συνθήκες της Γενεύης που αποτελούν και την πηγή του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου46 και ε) πρόβλεψη ότι η πράξη θα πρέπει να αποτελεί έγκλημα κατά το εθνικό δίκαιο των συμβαλλόμενων μερών, όπως η Σύμβαση για την φυσική προστασία των πυρηνικών υλικών.47 Πολύ σημαντική στην παρούσα έρευνα είναι και η συμβολή του Bassiouni,48 ο οποίος κατέγραψε 267 διεθνείς συνθήκες με ποινικές ρήτρες, από τις οποίες μόνον οι 34 όριζαν σαφώς ότι μια συμπεριφορά συνιστά διεθνές έγκλημα ή έγκλημα κατά το διεθνές δίκαιο.49 Εν τέλει από αυτήν την έρευνα προέκυψαν 28 εν ευρεία εννοία «διεθνή εγκλήματα»: επίθεση, γενοκτονία, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, 42 Βλ. άρθρο 6 του Καταστατικού, Charter of the International Military Tribunal - Annex to the Agreement for the prosecution and punishment of the major war criminals of the European Axis ("London Agreement"), 8 Αυγούστου 1945, 82 UNTS, σελ. 280. 43 Βλ. άρθρο 1 της Σύμβασης, International Convention on the Suppression and Punishment of the Crime of Apartheid, 30 Νοεμβρίου 1973, A/RES/3068(XXVIII), 1015 UNTS, σελ. 243. 44 Βλ. άρθρο 1 της Σύμβασης, Convention on the Prevention and Punishment of the Crime of Genocide, 9 Δεκεμβρίου 1948, 78 UNTS, σελ. 277, όπου ορίζεται ότι η Γενοκτονία είναι έγκλημα υπό το διεθνές δίκαιο («crime under international law»). 45 Βλ. άρθρα 1-3 της Σύμβασης, Convention for the Suppression of Unlawful Acts Against the Safety of Civil Aviation, 23 September 1971, 974 UNTS, σελ. 177, όπου γίνεται λόγο για παράνομες και ηθελημένες προσβολές («unlawful and intentional offences») και αυστηρές ποινές («severe penalties»). 46 Βλ. άρθρο 3 της 4ης Συνθήκης, Geneva Convention Relative to the Protection of Civilian Persons in Time of War (Fourth Geneva Convention), 12 August 1949, 75 UNTS, σελ. 287. 47 Βλ. άρθρο 3 της Σύμβασης, Convention on the Physical Protection of Nuclear Material, 26 Οκτωβρίου 1979, 1456 UNTS, σελ. 101. 48 M. Cherif Bassiouni, International Crimes: The Ratione Materiae of International Criminal Law, στο έργο του ιδίου (επιμ.), ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 24, σελ. 164. 49 Ibid, σελ. 133-134, για την παράθεση των δέκα κριτηρίων που ανέπτυξε ο Bassiouni προκειμένου να χαρακτηρίσει ως διεθνή εγκλήματα ορισμένες συμπεριφορές με βάση τις ρήτρες των διεθνών συνθηκών.
  • 18. 13 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η εγκλήματα πολέμου, πυρηνική τρομοκρατία, κλοπή πυρηνικών υλικών, μισθοφορική απασχόληση, απαρτχάιντ, δουλεία και παρεμφερείς πρακτικές, βασανιστήρια και λοιπές μορφές βάναυσης, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, παράνομη υποβολή ανθρώπων σε πειράματα, πειρατεία, αεροπειρατεία και παράνομες πράξεις κατά της ασφάλειας της διεθνούς αεροπλοϊας, παράνομες πράξεις κατά της ασφάλειας της ναυσιπλοϊας και της ασφάλειας των εξεδρών στην ανοιχτή θάλασσα, απειλή και χρήση βίας ενάντια σε διεθνώς προστατευόμενα άτομα, εγκλήματα κατά των Ηνωμένων Εθνών και του συνεργαζόμενου με αυτά προσωπικού, σύλληψη ομήρων, επίθεση με εκρηκτικά, παράνομη χρήση αλληλογραφίας, χρηματοδότηση τρομοκρατίας, παράνομη διακίνηση ναρκωτικών και λοιπά εγκλήματα σχετικά με τα ναρκωτικά, οργανωμένο έγκλημα, καταστροφή και/ή κλοπή εθνικών και αρχαιολογικών θησαυρών, παράνομες πράξεις κατά διεθνώς προστατευόμενων στοιχείων του περιβάλλοντος, διεθνής διακίνηση άσεμνου υλικού, παραχάραξη και κιβδηλεία νομισμάτων, παράνομη επέμβαση σε υποθαλάσσια καλώδια και δωροδοκία ξένων δημοσίων υπαλλήλων. Τα πορίσματα της εν λόγω έρευνας καταδεικνύουν την έλλειψη συστηματικότητας που διακρίνει τη διαδικασία της διεθνούς εγκληματοποίησης σε αφηρημένο επίπεδο και την ανάγκη να γίνουν περαιτέρω διακρίσεις,50 καθώς εναπόκειται στo συντονισμό των κρατικών βουλήσεων με τη σύναψη μιας διεθνούς συνθήκης το να καθορισθεί με αποσπασματικό τρόπο ο αξιόποινος σε διεθνές επίπεδο χαρακτήρας μιας συμπεριφοράς. Δεν υπάρχει διάκριση ως προς το έννομο αγαθό (ή το προστατευόμενο συμφέρον σε κάθε περίπτωση), μιας και παρατηρεί κανείς ότι μπορεί οι προστατευόμενες αξίες να αλληλοκαλύπτονται σε πολλές περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του οργανωμένου εγκλήματος που μπορεί να ασκεί παράνομη διακίνηση ναρκωτικών ή της δουλείας και του εμπορίου ανθρώπων. Επιπροσθέτως, παρατηρείται και έλλειψη αναλογίας ως προς την βαρύτητα των εγκλημάτων, με ορισμένα (π.χ. γενοκτονία) να έχουν σαφώς διαφορετική απαξιολογική βαρύτητα σε σχέση με άλλα (π.χ. διεθνής διακίνηση άσεμνου υλικού),51 50 Α. Γ. Χουλιάρα, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 27, σελ. 338. 51 Αν και εδώ πρέπει να επισημανθεί συναφώς ότι η υποχρέωση των κρατών να νομοθετήσουν για να εμποδίσουν την διεθνή διακίνηση άσεμνου υλικού στο οποίο μπορεί να έχουν πρόσβαση ανήλικοι προκύπτει και από το άρθρο 34 της Διεθνούς Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού του 1989, βλ. Convention on the Rights of the Child, 20 Νοεμβρίου 1989, UNTS, vol. 1577, σελ. 3, «States Parties shall in particular take all appropriate national, bilateral
  • 19. 14 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η κάτι που επιβεβαιώνει τη σημασία της διερεύνησης του εν στενή εννοία διεθνούς εγκλήματος. Στην τελευταία κατεύθυνση προσεγγίζει το ζήτημα ο Cassese,52 κατά τον οποίο μια συμπεριφορά μπορεί να υπαχθεί στην έννοια του διεθνούς εγκλήματος αν χαρακτηρίζεται σωρευτικά από τα ακόλουθα: α) αποτελεί παραβίαση του διεθνούς συμβατικού ή εθιμικού δικαίου, β) ο κανόνας τον οποίον παραβιάζει να είναι δεσμευτικός για τα κράτη και τα άτομα και να προστατεύει αξίες θεμελιώδεις για τη διεθνή κοινότητα, γ) συντρέχει οικουμενικό ενδιαφέρον για την καταστολή της συμπεριφοράς και δ) δεν μπορεί το κράτος του δράστη, σε περίπτωση που αυτός είναι κρατικός λειτουργός, να επικαλεστεί το προνόμιο της ασυλίας του κατ’ εφαρμογήν του εθιμικού κανόνα του διεθνούς δικαίου για την ετεροδικία. Με αυτήν την πιο περιοριστική προσέγγιση, ο Cassese καταλήγει σε έξι διεθνή εγκλήματα: εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, γενοκτονία, εγκλήματα πολέμου, επίθεση, βασανιστήρια και τρομοκρατία.53 Ακόμη στενότερη έννοια του διεθνούς ποινικού δικαίου γίνεται δεκτή από μια άλλη άποψη,54 η οποία αποτυπώνεται και στην πράξη του διεθνούς ποινικού δικαίου και με το αμιγώς κανονιστικό κριτήριο της de lege lata ίδρυσης πρωτογενούς και ατομικής ποινικής ευθύνης σε διεθνές επίπεδο περιορίζει την έννοια του διεθνούς εγκλήματος στα τέσσερα πρώτα από τα έξι της θεώρησης του Cassese, δηλαδή στα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, τη γενοκτονία, τα εγκλήματα πολέμου και την επίθεση. Τα εγκλήματα αυτά, τα οποία αποκαλούνται και «εγκλήματα-πυρήνες» («core crimes»)55 ή κατ’ άλλη διατύπωση «αρχετυπικά διεθνή εγκλήματα»,56 είναι τα μόνα που τυποποιήθηκαν στα καταστατικά των διεθνών ποινικών δικαστηρίων και διακρίνονται από την δυαδική δομή τους σε αντικειμενικό και υποκειμενικό επίπεδο: and multilateral measures to prevent: (c) The exploitative use of children in pornographic performances and materials». 52 A. Cassese, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 28, σελ. 11-12 και 23-24. 53 Ibid, καθιστά εδώ σαφές ότι δεν αναφέρεται σε κάθε μορφή τρομοκρατίας, αλλά σε ακραίες μορφές που προϋποθέτουν κρατική εμπλοκή έστω και δια παραλείψεως. 54 Βλ. μεταξύ άλλων γι’ αυτήν σε E. van Sliedregt, THE CRIMINAL RESPONSIBILITY OF INDIVIDUALS FOR VIOLATIONS OF INTERNATIONAL HUMANITARIAN LAW, TMC Asser Press, 2003, σελ. 3-11, R. Cryer et al, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 40, σελ. 2-3. 55 M. Krabbe, EXCUSABLE EVIL, AN ANALYSIS OF COMPLETE DEFENSES IN INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, Intersentia, 2013, σελ. 8, R. Cryer, PROSECUTING INTERNATIONAL CRIMES: SELECTIVITY IN THE INTERNATIONAL CRIMINAL LAW REGIME, Cambridge University Press, 2005, σελ. 4. 56 Η διατύπωση αυτή χρησιμοποιείται από τον Χουλιάρα, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 27, σελ. 343.
  • 20. 15 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η πέρα από την με πρόθεση τέλεση της εξειδικευμένης εγκληματικής πράξης (π.χ. φόνος, βιασμός) πρέπει να υπάρχει και γνώση του «στοιχείου-πλαισίου» του εγκλήματος (π.χ. η ευρεία ή συστηματική επίθεση κατά άμαχου πληθυσμού στα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας).57 iii. Διεθνές Έγκλημα και Διεθνικό Έγκλημα Μολονότι στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας θα μας απασχολήσουν εγγύτερα τα εν στενή εννοία διεθνή εγκλήματα με βάση την τελευταία θεώρηση, ως τα μόνα που έχουν τύχει νομολογιακής επεξεργασίας από διεθνή ποινικά δικαστήρια, κάτι που είναι εξαιρετικά σημαντικό δεδομένου ότι η εφαρμογή του διεθνούς δικαίου από τα διεθνή ποινικά δικαστήρια συνιστά δυνητική πηγή δικαίου του, είναι κρίσιμο να γίνει όχι μόνο για μεθοδολογικούς λόγους αλλά και λόγω της εξαιρετικά σημαντικής πρακτικής συνέπειάς της και μία περαιτέρω διάκριση. Συγκεκριμένα, να διακριθεί το διεθνές έγκλημα με την στενή του έννοια (international crime) από το έγκλημα με διεθνικά στοιχεία (transnational crime),58 καθώς μόνον στην περίπτωση του πρώτου ιδρύεται η πρωτογενής ατομική διεθνής ποινική ευθύνη, η δογματική φύση της οποίας επιχειρείται να προσεγγισθεί. Αν και όπως ήδη προαναφέρθηκε59 από την αρχή διακρίθηκε στην θεωρία το έγκλημα που στρέφεται κατά των θεμελιακών αξιών της διεθνούς κοινότητας όπως η διεθνής ειρήνη και ασφάλεια από τα υπόλοιπα διεθνή εγκλήματα, η έννοια του διεθνικού εγκλήματος εμφανίσθηκε για πρώτη φορά κατά τις εργασίες του 5ου Συνεδρίου των Ηνωμένων Εθνών για την Πρόληψη του Εγκλήματος και την Μεταχείριση των Κρατουμένων που έλαβε χώρα στο Τορόντο του Καναδά τον Σεπτέμβριο του 1975. Εκεί επισημάνθηκε ότι: «διακρίνοντας το διεθνικό από το διεθνές έγκλημα, κάθε προτεινόμενος ορισμός θα διαφοροποιούσε τις ενέργειες που εμπλέκουν Κράτη από άλλες ενέργειες που εμπλέκουν φυσικά πρόσωπα ή νομικά 57 Βλ. για το εν λόγω στοιχείο-πλαίσιο (chapeau element) σε M. Cherif Bassiouni, CRIMES AGAINST HUMANITY, HISTORICAL EVOLUTION AND CONTEMPORARY APPLICATION, Cambridge University Press, 2011, σελ. 365. 58 Για την απόδοση της έννοιας transnational crime ως «διεθνικό έγκλημα», η οποία θα ακολουθηθεί και στην παρούσα διατριβή, βλ. Κ. Βουγιούκα, Το οργανωμένο έγκλημα γενικώς, σε συνδυασμό με τη βία και την τρομοκρατία, ειδικότερα, στο επίκεντρο παλαιότερων και πρόσφατων εκδηλώσεων διεθνών οργανισμών, Υπερ. 1999, σελ. 508-9. Κατ’ άλλη διατύπωση «διασυνοριακό έγκλημα», βλ. Γ. Χλούπη, ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΕΘΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟ ΈΓΚΛΗΜΑ, Νομική Βιβλιοθήκη, 2005, σελ. 27 επ. 59 Supra, υπό 1Α. ii, σελ. 7.
  • 21. 16 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η πρόσωπα – εταιρίες. Το Διεθνικά Εγκλήματα μπορεί να συνιστούν ‘‘κοινά εγκλήματα’’ που ορίζονται από εθνικούς ποινικούς κώδικες, αλλά εμπλέκουν (είτε από πλευράς του δράστη είτε από πλευράς του θύματός τους) υπηκόους διαφορετικών χωρών, ή καταστάσεις κατά τις οποίες το έγκλημα λαμβάνει χώρα σε διαφορετικές χώρες».60 Η έννοια του Διεθνικού Ποινικού Δικαίου (transnational criminal law), η οποία προτείνεται από τον Boister να οραθεί ως ένας αυτοτελής δικαιικός κλάδος,61 προέρχεται από τον συνδυασμό των ιδεών του Jessup για το διεθνικό δίκαιο (transnational law) ως «το σύνολο κανόνων δικαίου που ρυθμίζουν τις ενέργειες ή τις καταστάσεις που υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα»62 και της έννοιας του εγκλήματος, τα υποκείμενα ή τα αποτελέσματα του οποίου εκτείνονται πέραν της μίας εθνικής έννομης τάξης.63 Σε επίπεδο κανονιστικό, η διαφορά των διεθνικών εγκλημάτων με τα stricto sensu διεθνή εγκλήματα, τα οποία ιδρύουν πρωτογενώς ατομική διεθνή ποινική ευθύνη, είναι η έμμεση καθιέρωση ποινικής ευθύνης μέσα από την ίδρυση κρατικής υποχρέωσης υπό το διεθνές δίκαιο για ενσωμάτωση στις εθνικές ποινικές νομοθεσίες διατάξεων που τυποποιούν εγκληματικές συμπεριφορές με υπαρκτή ή δυνητική διασυνοριακή διάσταση.64 Η εν λόγω κρατική υποχρέωση γεννάται με τη σύναψη 60 Σε μετάφραση του γράφοντος, βλ. το αυθεντικό κείμενο: «in distinguishing transnational from international crime, any proposed definition would differentiate actions involving nation States from other involving persons or corporate bodies. Transnational crimes then may comprise ‘‘ordinary crimes’’ which are crimes defined by national codes, but which involve (in terms of either the offender or the victim) nationals of different countries, or situations in which the crime takes place over several states» σε Changes in the Forms and Dimensions of Criminality – Transnational and National, Fifth UN Congress on the Prevention of Crime and Treatment of Offenders (Toronto, Canada, 1 – 12 September 1975), Doc. A/Conf. 56/3, §118. 61 N. Boister, Transnational Criminal Law?, EJIL, Vol. 14, 2003, σελ. 974-976. 62 P.C. Jessup, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 33, σελ. 2 και για μία ανάλυση των θέσεων του Jessup βλ. C. Tietjie, A. Brouder, K. Nowrot (επιμ.), PHILIP C. JESSUP’S TRANSNATIONAL LAW REVISITED: ON THE OCCASION OF THE 50TH ANNIVERSARY OF ITS PUBLICATION, Essays in Transnational Economic Law, No. 50 / Φεβρουάριος 2006, Institute for Economic Law Transnational Economic Law Research Center Faculty of Law, Martin-Luther-University Halle-Wittenberg. 63 Για την έννοια του «διεθνικού εγκλήματος» ως περιγράφουσας την φύση της εν λόγω εγκληματικής συμπεριφοράς βλ. G.O.W. Mueller, Transnational crime: Definitions and Concepts, in P. Williams and D. Vlassis (επιμ.), COMBATING TRANSNATIONAL CRIME: CONCEPTS, ACTIVITIES AND RESPONSES, Routledge, 2001, σελ. 13, αλλά και για τις ενστάσεις στην καταλληλότητα της εν λόγω έννοιας σε C. Fijnaut, Transnational Crime and the role of the United Nations, European Journal of Criminal Law and Criminal Justice, Vol. 8, 2000, σελ. 119. 64 A. Eser and O. Lagodny (επιμ.), PRINCIPLES AND PROCEDURES FOR A NEW TRANSNATIONAL CRIMINAL LAW, Max-Planck-Institut fur Auslandisches und Internationales Strafrecht, 1992, σελ. 5.
  • 22. 17 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η διεθνών συνθηκών, οι οποίες αποκαλούνται «συνθήκες καταστολής» («suppression conventions»).65 Οι συνθήκες αυτές αποσκοπούν στην ποινικοποίηση συμπεριφορών όπως το διεθνές εμπόριο ναρκωτικών, η παραχάραξη και κιβδηλεία νομισμάτων, τα εγκλήματα κατά της διεθνούς ναυσιπλοΐας και αεροπλοΐας, η δωροδοκία ξένων κρατικών λειτουργών και άλλες,66 οι οποίες τελούνται κατά κανόνα τουλάχιστον από μη κρατικούς παράγοντες (φυσικά πρόσωπα ή εγκληματικές οργανώσεις) και αναπτύσσουν μια εγκληματική δυναμική που γεννά την ανάγκη για διακρατική συνεργασία, αυστηρές ποινές και σε ορισμένες περιπτώσεις διευρυμένη εξωχωρική δικαιοδοσία των κρατών που καλούνται να δικάσουν μια τέτοια πράξη. Σε κάθε περίπτωση, η ύπαρξη του Διεθνικού Ποινικού Δικαίου, είτε το θεωρήσουμε αυτοτελή δικαιικό κλάδο είτε το θεωρήσουμε ενότητα του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου, εδράζεται στην ανάγκη αρμονικής συνύπαρξης και συνεργασίας των Κρατών για την προστασία των «ατομικών» μεν αμοιβαίων και συχνά ομόρροπων δε συμφερόντων τους. Στην προσπάθεια αυτή, μειονέκτημα αποτελεί η αποσπασματικότητα που διακρίνει το σύστημά του και οι αναπόφευκτες δογματικές του αδυναμίες, καθώς προκειμένου να θεσπίσει κανόνες δεκτικούς ενσωμάτωσης σε πολλές διαφορετικές έννομες τάξεις δεν διεκδικεί δάφνες νομοτεχνικής σαφήνειας και δογματικής συνέπειας.67 Η σημασία, ωστόσο, της σύλληψης της έννοιας του διεθνικού εγκλήματος και της διάκρισής του από το εν στενή εννοία διεθνές έγκλημα,68 βρίσκεται στις συνέπειες του χαρακτηρισμού μιας πράξης ως διεθνούς εγκλήματος,69 και συγκεκριμένα στο 65 Για την επεξήγηση του όρου βλ. N. Boister, Human Rights Protection in the Suppression Conventions, HRLR, Vol. 2, No. 2, 2002, σελ. 199, ενώ για μια επισκόπηση της ανάπτυξης και της ιστορίας των εν λόγω συνθηκών βλ. E. Nadelmann, Global Prohibition Regimes: The Evolution of Norms in International Society, International Organisation, Vol. 44, No. 04, 1990, σελ. 479. 66 M. Cherif Bassiouni, The Source and Content of International Criminal Law: A Theoretical Framework, στο έργο του ιδίου (επιμ.), ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 24, σελ. 4επ. 67 Βλ. για τις δογματικές αδυναμίες και την ανάγκη θέσπισης ενός πλαισίου-βάσης για το διεθνικό έγκλημα σε N. Boister, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 61, σελ. 958-959. 68 Μια διάκριση που έγινε και στη Διπλωματική Διάσκεψη του ΟΗΕ στη Ρώμη κατά τις τελικές διαπραγματεύσεις για την σύνταξη του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, βλ. P. Kirsch, Reaching Agreement at the Rome Conference, σε A. Cassese, P. Gaeta, J. Jones (επιμ.), ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 23, σελ. 78-81, όπου και επικράτησε η άποψη ότι πρόκειται για σαφώς διαφορετικής κατηγορίας και μικρότερης βαρύτητας εγκλήματα, των οποίων η συμπερίληψη θα επιβάρυνε υπερβολικά το Δικαστήριο και τα οποία θα έπρεπε να αντιμετωπισθούν μέσα από την διακρατική συνεργασία. 69 W.A. Schabas, International Crimes, σε D. Armstrong (επιμ.), ROUTLEDGE HANDBOOK OF INTERNATIONAL LAW, Routledge, 2009, σελ. 274επ.
  • 23. 18 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η ότι: α) δεν υπόκειται σε παραγραφή, β) μπορεί να διωχθεί χωρίς την ύπαρξη εθνικού ποινικού κανόνα (εφόσον φυσικά υπάρχει ο διεθνής ποινικός κανόνας), γ) επιβάλλεται υποχρέωση συνεργασίας των κρατών για την αμοιβαία συνδρομή στη δίωξη και την έκδοση των δραστών τους βάσει της αρχής aut dedere aut judicare,70 δ) υπάρχουν ειδικές προβλέψεις ως προς τη δυνατότητα του αποκλεισμού της ποινικής ευθύνης με περιορισμούς σε ορισμένους υπερασπιστικούς ισχυρισμούς,71 ε) χαλαρώνουν ή τίθενται στο περιθώριο οι κανόνες του διεθνούς δικαίου για την ασυλία και τη δυνατότητα παροχής αμνηστίας σε αρχηγούς κρατών και κρατικούς αξιωματούχους72 και στ) μπορεί να δικαστεί από εθνικό ποινικό δικαστήριο επί τη βάσει της αρχής της παγκόσμιας δικαιοσύνης.73 iv. Τα Ποιοτικά Κριτήρια και τα Δομικά Χαρακτηριστικά του stricto sensu Διεθνούς Εγκλήματος Με βάση τις ανωτέρω επισημάνσεις, σημαντικό είναι να αναλυθούν τα ποιοτικά κριτήρια που τελικά κάνουν ένα έγκλημα διεθνές και τα δομικά του χαρακτηριστικά που διακρίνονται από αυτά ενός κοινού εγκλήματος. Η εν λόγω διερεύνηση θα επιχειρηθεί σε ένα γενικό επίπεδο και όχι σε ειδικό, μιας και η έκταση του παρόντος κεφαλαίου δεν θα επέτρεπε μια εξαντλητική ανάλυση των στοιχείων των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, των εγκλημάτων πολέμου, της γενοκτονίας και της επίθεσης.74 Η σημασία της συγκεκριμένης προσέγγισης έγκειται στο ότι εν αντιθέσει 70 Βλ. για το περιεχόμενο της εν λόγω αρχής την αναφορά της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου των ΗΕ, The Obligation to Extradite or Prosecute (aut dedere aut judicare), Final Report of the International Law Commission, 2014, ηλεκτρονικά διαθέσιμη σε http://legal.un.org/ilc/texts/instruments/english/reports/7_6_2014.pdf [τελευταία επίσκεψη στις 22 Ιουνίου 2015]. Αυτή η υποχρέωση ενδέχεται να συναντάται και σε περιπτώσεις άλλων εγκλημάτων με διεθνή στοιχεία, μόνον όμως αν προβλέπεται στην σχετική διεθνή σύμβαση. 71 Βλ. Μέρος Δεύτερο της παρούσας, όπου και εκτενής ανάλυση του ζητήματος. 72 Με τη συζήτηση για την αμνήστευση εγκλημάτων για την επίτευξη πολιτικής συμφιλίωσης στο όνομα της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας πάντως να παραμένει ανοιχτή στη θεωρία, ιδιαίτερα όσον αφορά τις «Επιτροπές Αλήθειας και Συμφιλίωσης» («Truth and Reconciliation Commissions») και τη δυνατότητά τους να υποκαταστήσουν την άσκηση της ποινικής δικαιοδοσίας βλ. μεταξύ άλλων A. Guelke, Truth for Amnesty? The Truth and Reconciliation Commission and Human Rights Abuses in South Africa, ISIA, Vol. 10, 1999, σελ. 21-30, M. Scharf, The Amnesty Exception to the Jurisdiction of the International Criminal Court, CILJ, Vol. 32, Iss. 3, σελ. 507. 73 Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι (επιμ.) σε Ι. Μανωλεδάκη, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 18, σελ. 107-111. 74 Για τη μελέτη των οποίων συνιστάται η προσφυγή στα κορυφαία έργα της διεθνούς και εγχώριας βιβλιογραφίας, με ενδεικτική καθαρά την αναφορά στα M. Cherif Bassiouni, CRIMES AGAINST HUMANITY, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 57, W. A. Schabas, GENOCIDE IN INTERNATIONAL LAW: THE CRIME OF CRIMES, Cambridge University Press, 2009, 2η έκδοση, C. McDougall, THE CRIME OF AGGRESSION UNDER THE ROME
  • 24. 19 | Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ τ ο : Τ ο Δ ι ε θ ν έ ς Έ γ κ λ η μ α κ α ι η Δ ι ε θ ν ή ς Π ο ι ν ι κ ή Ε υ θ ύ ν η με τις διεθνείς συνθήκες καταστολής (suppression conventions), στις οποίες έγινε αναφορά παραπάνω, το Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου75 δεν προβαίνει στην πρόβλεψη της τυποποίησης αποκλειστικά συγκεκριμένων συμπεριφορών (λ.χ. πρέπει να ενσωματωθεί ως έγκλημα επειδή είναι μια συμπεριφορά που πλήττει την αεροπλοΐα), αλλά θέτει τις γενικές προϋποθέσεις για την ίδρυση ενός αυτοτελούς διεθνούς αξιόποινου κάθε φορά που μια κοινή (υπό άλλες συνθήκες) συμπεριφορά ανάγεται στο ύψος του διεθνούς εγκλήματος. Τα ποιοτικά στοιχεία που προέκυψαν από την προεκτεθείσα ανάλυση και χρήζουν ανάλυσης είναι: α) η ιδιαίτερη αξία-αγαθό που προσβάλλεται από το έγκλημα, β) το κράτος ή η οιονεί κρατική οντότητα που συμμετέχει έμμεσα ή άμεσα στο έγκλημα, γ) η απαιτούμενη σημαντική βαρύτητα του εγκλήματος και δ) ο προσδιορισμός της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος αποκλειστικά από διεθνείς κανόνες. Πρωτίστως, ερευνητέο είναι ποια είναι αυτή η ιδιαίτερη αξία που προκαλεί την δογματική μεταβολή π.χ. μιας ανθρωποκτονίας από κοινό έγκλημα σε ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του Προοιμίου του Καταστατικού του ΔΠΔ, πρόκειται για «τόσο σοβαρά εγκλήματα που απειλούν την ειρήνη, την ασφάλεια και την ευημερία του κόσμου» («such grave crimes threaten the peace, security and well-being of the world»).76 Αυτές οι τρεις θεμελιώδεις αξίες, η διεθνής ειρήνη, η διεθνής ασφάλεια και η ευημερία των κρατών της διεθνούς κοινότητας φαίνεται πως ανάγονται στην ενιαία αξία που προστατεύεται πίσω από τα τέσσερα διεθνή εγκλήματα, χωρίς απαραίτητα να είναι σαφώς καθορισμένα τα STATUTE OF THE INTERNATIONAL CRIMINAL COURT, Cambridge Studies in International and Comparative Law, Cambridge University Press, 2015, K. Dörmann, ELEMENTS OF WAR CRIMES UNDER THE ROME STATUTE OF THE INTERNATIONAL CRIMINAL COURT: SOURCES AND COMMENTARY, Cambridge University Press, 2003, Ε- Συμεωνίδου-Καστανίδου, Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκης et al, ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΠΟΛΕΜΟΥ, ό.π. ανωτέρω υποσημείωση 36. 75 Rome Statute of the International Criminal Court (ICC Statute), 2187 UNTS 90, αλλά και τα Καταστατικά των ad hoc Διεθνών Ποινικών Δικαστηρίων, βλ. Statute of the International Criminal Tribunal for the Former Yugoslavia, UN Doc. S/25704 και Statute of the International Criminal Tribunal for Rwanda, UN Doc. S/RES/955. 76 Το αν θα μπορούσε κανείς να νοήσει αυτές τις οικουμενικές αξίες ως έννομα αγαθά με την έννοια που τους δίνει ένα εθνικό ποινικό σύστημα όπως το ελληνικό παραμένει ζήτημα ανοικτό προς συζήτηση, καθώς υπάρχει μεγάλη διχογνωμία διεθνώς για το αν το έννομο αγαθό ως σύλληψη αποτελεί μια πρωτεύουσα ή δευτερεύουσα έννοια στη διαδικασία της εγκληματοποίησης, αλλά και δεδομένων των διαφορετικών στοιχείων και αναγκών της εθνικής με τη διεθνή εγκληματικότητα, βλ. K. Ambos, TREATISE ON INTERNATIONAL CRIMINAL LAW, VOLUME I: FOUNDATIONS AND GENERAL PART, Oxford University Press, 2013, σελ. 63.