2. Το θαύμα του Ταξιάρχη
Ένα θαύμα που συνέβη στους γονείς μου
Ονομάζομαι Απόστολος Χασιώτης του Δημητρίου και γεννήθηκα στο
χωριό Εμμανουήλ Παππά Σερρών το έτος 1942 και η αδελφή μου Μαρία το
1946.
Ο πατέρας μου και η μητέρα μου διηγούνταν επανειλημμένα το εξής
συγκλονιστικό θαύμα:
Όταν το έτος 1936 η μητέρα μου επρόκειτο να φέρει στον κόσμο το
πρωτότοκο παιδί της, τη μεγαλύτερη αδελφή μου Αναστασία, δεν ήταν σε
καλή κατάσταση. Φώναξε λοιπόν μια πρακτική μαμή να τη βοηθήσει να
γεννήσει. Αυτή η ευλογημένη ξέχασε να πλύνει τα χέρια της, με αποτέλεσμα
η μητέρα μου να μολυνθεί και να εμφανίσει επιλόχιο πυρετό.
3. Καθώς ο πατέρας μου έβλεπε ότι η κατάστασή της χειροτέρευε όλο και πιο
πολύ, τη μετέφερε από το χωριό Εμμανουήλ Παππά στην πόλη των Σερρών
και την πήγε στο ξενοδοχείο του ξαδέλφου του. Ο ξάδελφός του φώναξε
αμέσως τον καλύτερο γιατρό.
Μόλις ο γιατρός την εξέτασε, σήκωσε τα χέρια ψηλά και είπε: «Δυστυχώς,
κύριε Χασιώτη, η γυναίκα σου είναι πολύ σοβαρά και η επιστήμη δεν μπορεί
να κάνει τίποτα.»
Σαν κεραυνός έπεσε ο λόγος του γιατρού στον πατέρα μου. Από τη μια
έβλεπε τη γυναίκα του τόσο βαριά άρρωστη, και από την άλλη το γιατρό να
σηκώνει τα χέρια ψηλά, δηλώνοντας αδυναμία.
Πάνω στην απελπισία του, πετάγεται ο ξάδελφός του όλο συμπόνια και
του λέει: «Έλα, ξάδελφε, μη φοβάσαι, υπάρχει κι άλλη μια νέα γιατρός στις
Σέρρες, εξαίρετη γυναικολόγος, η Λάπινα. Πιστεύω ότι αυτή, ως γνώστρια
νέων μεθόδων, θα σώσει τη Σοφία μας.» Δεν πέρασε πολλή ώρα κι ο
πονετικός ξάδελφος έφερε τη γιατρό. Αυτή εξέτασε τη μητέρα μου και
συμφώνησε με τον προηγούμενο γιατρό, λέγοντας ότι πράγματι η κατάστασή
της είναι πολύ δύσκολη και κρίσιμη, αλλά θα της προσέφερε κάθε δυνατή
θεραπεία. Παρά τις προσπάθειες που κατέβαλε όμως η γιατρός, η κατάσταση
της μητέρας μου όχι μόνο δεν βελτιωνόταν, αλλά συνεχώς χειροτέρευε. Ο
επιλόχιος πυρετός είχε ανέβει τόσο πολύ, που η μάνα μου άρχισε να
μελανιάζει και να πρήζεται. Δεν μπορούσε να μιλήσει, και μόλις και μετά
βίας ανέπνεε. Μπροστά σ’ αυτήν την κατάσταση, η γιατρός είπε στον πατέρα
μου: «Δυστυχώς, κύριε Χασιώτη, η σύζυγός σας δεν έχει καμία ελπίδα. Πρέπει
να ειδοποιήσετε τους συγγενείς σας.» Πράγματι, ο πατέρας μου ειδοποίησε
τους συγγενείς, και ήρθε η μητέρα του Πασχαλία Χασιώτη, η πεθερά του
Μαρία Κανάκη και μια ξαδέλφη του. Εν τω μεταξύ, ο πατέρας μου πήγε να
αγοράσει πάγο για τον πυρετό. Στην επιστροφή, από τη στενοχώρια του
έχασε τον προσανατολισμό του, μπερδεύτηκε και έχασε το δρόμο για το
ξενοδοχείο. Σε μια στιγμή βλέπει μπροστά του την εκκλησία του Ταξιάρχη
Μιχαήλ, και φωνάζει «Ταξιάρχη μου, κάνε το θαύμα σου!» Μπαίνει στην
εκκλησία να προσευχηθεί, γονατίζει μπροστά στην εικόνα του Αρχαγγέλου
και βγάζει με πίστη όλο του τον πόνο: «Ταξιάρχη μου, εσύ μπορείς. Κάνε
καλά τη γυναίκα μου.» Ανακουφισμένος, γυρίζει πάλι στο ξενοδοχείο και,
γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι, αρχίζει να βάζει κομπρέσες με πάγο στο
μέτωπο της μητέρας μου, ενώ συνεχίζει την προσευχή του.
Έχει εν τω μεταξύ νυχτώσει. Απόλυτη ησυχία επικρατεί. Μόνο οι τρεις
γυναίκες ακούγονται κάπου παραπέρα. Τότε, ξαφνικά, ακούει πολύ καθαρά
«σπιρουνιές» στη σκάλα (σπιρουνιές έλεγε ο πατέρας μου τα βήματα), και
λέει μέσα του: «Είναι ο Αρχάγγελος, ο Ταξιάρχης.» Και ακούει να ανεβαίνει ο
Αρχάγγελος ο Ταξιάρχης τη σκάλα, να περπατά στο σαλόνι, να φθάνει στην
4. πόρτα του δωματίου, να γυρίζει το πόμολο και να ανοίγει την πόρτα. Ο
πατέρας μου σκύβει το κεφάλι και συνεχίζει να προσεύχεται. Οι «σπιρουνιές»
συνεχίζουν πηγαίνοντας προς το κρεββάτι, προς την πλευρά που είχε το
κεφάλι της η μητέρα μου. Τότε ο πατέρας μου ακούει τον Ταξιάρχη Μιχαήλ
να λέει: «Δημήτρη, η Σοφία θα γίνει καλά.» Δεν τολμά να κοιτάξει! Ξανακούει
τις «σπιρουνιές» του Ταξιάρχη που φεύγει. Σηκώνεται τότε χαρούμενος και
αναφέρει το γεγονός στις γυναίκες και τότε εκείνες πλησιάζουν στο κρεβάτι
της μητέρας μου. Πράγματι, η μητέρα μου αρχίζει λίγο- λίγο κατά θαυμαστό
τρόπο να συνέρχεται. Καθώς ο πυρετός πέφτει, ανοίγει τα μάτια, αρχίζει να
κινείται, να χαμογελά, να μιλά, και σε λίγο, σαν τη νεκραναστημένη κόρη του
Ιαείρου, ανακάθεται στο κρεββάτι τελείως καλά, έτοιμη να επιστρέψει στο
σπίτι της. Όπως το είπε ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, έτσι ακριβώς έγινε.
Την άλλη μέρα το πρωί η γιατρός, η Λάπινα, έρχεται στο ξενοδοχείο και
συναντά τον πατέρα μου χαρούμενο. «Ε, τον καημένο», λέει μέσα της, «έχασε
τη γυναίκα του, έχασε και τα λογικά του.» «Τι κάνει η κυρία Σοφία, κύριε
Δημήτρη;», τον ρωτάει. «Είναι καλά!», απαντά ο πατέρας μου και της
διηγείται το συγκλονιστικό θαύμα. «Πάμε να τη δούμε», λέει δύσπιστη η
γιατρίνα, σίγουρη ότι θα τη βρει νεκρή. Καθώς όμως ανοίγει την πόρτα,
βλέπει τη μητέρα μου εντελώς καλά να κάθεται στο κρεββάτι. Σάστισε, έκανε
δυο – τρία βήματα προς τη μάνα μου, σήκωσε τα χέρια ψηλά και ομολόγησε
με πίστη: «Εδώ ο Θεός ενήργησε, όχι η επιστήμη!», και πίστεψε.
Έτσι ο Αρχάγγελος, με τη θαυμαστή του ενέργεια, έκανε δύο θαύματα:
Ανάστησε τη μητέρα μου σωματικά, ανάστησε και τη Λάπινα ψυχικά!
Δόξα τῷ Θεῷ!
Στην φωτογραφία διακρίνονται:
Πάνω οι γονείς μου
που με διηγούνταν το θαύμα.
Αριστερά η αδελφή μου
που γεννήθηκε από θαύμα.
Εγώ και η άλλη αδελφή μου
που γεννηθήκαμε μετά το θαύμα.
Το παρόν διανέμεται δωρεάν