1. Μάκθμα 5ο
Ιανουάριοσ 2013 -- 6 διδακτικζσ ώρεσ
ΜΑΘΗΜΑ 5Ο
Ιανουάριοσ 2013 4 διδακτικζσ ώρεσ
Αρχζσ τθσ Βυηαντινισ εικονογραφίασ.
ΣΤΟΧΟΙ:
1.
Ιχνθλάτθςθ τθσ βυηαντινισ εικόνασ.
2.
πουδι ςτισ αρχζσ τθσ εικονογραφικισ τζχνθσ.
3.
Ερμθνευτικι προςζγγιςθ εικονογραφικϊν ςτοιχείων.
4.
Ανάδειξθ του χαρακτιρα και του ςκοποφ τθσ βυηαντινισ τζχνθσ.
5.
Παρουςίαςθ των εικονογραφικϊν κφκλων.
6.
Ικανότθτα «ανάγνωςθσ» των μθνυμάτων τθσ βυηαντινισ εικόνασ.
7.
Πρϊτθ επαφι με κορυφαίουσ εκπροςϊπουσ τθσ εικονογραφικισ τζχνθσ.
8.
Αιςκθτικόσ υπομνθματιςμόσ ςτθν Αγία Σριάδα του Ρουμπλιϊφ και ςτισ εικόνεσ τθσ Γζννθςθσ
και Βάπτιςθσ του Θεοφάνθ
Ειςθγθτισ: Κυριακουλόπουλοσ Ευάγγελοσ ΠΕ01.
Θ ειςιγθςθ βαςίςτθκε και ςε πλθροφορίεσ του διαδυκτιακοφ τόπου: www.pmeletioσ.com
2. •
Θ Βυηαντινι ηωγραφικι αποτζλεςε τθν απτι απεικόνιςθ των
υπερφυςικϊν αναηθτιςεων των πιςτϊν ςτθ ηωι τθσ ορκόδοξθσ
εκκλθςίασ. Ο χαρακτιρασ των βυηαντινϊν αγιογραφιϊν δεν είναι
φυςικόσ, αλλά λειτουργικόσ και ςυμβολικόσ. Σο νατουραλιςτικό
ςτοιχείο και θ φυςικι αναπαράςταςθ δεν υπάρχουν. Θ τζχνθ τθσ
αγιογραφίασ αναπαριςτά τον πνευματικό και άφκαρτο
χαρακτιρα των Αγίων γι’ αυτό και δεν αναπαρίςτανται με
φυςικό τρόπο. Όλα τα πράγματα, τα κτίρια, τα φυτά, τα βουνά,
τα ενδφματα, τα πρόςωπα αλλοιϊνονται και μεταμορφϊνονται,
υποτάςςονται ςε ζναν ρυκμό προκειμζνου να εκφράςουν τθν
υπερβατικότθτα. Λόγω τθσ πνευματικότθτασ και τθσ αγιότθτασ
όςων αναπαριςτά, τα υλικά που μεταχειρίηεται ο αγιογράφοσ
ζπρεπε να είναι εφοςμα ,λεπτά και ειδικά επιλεγμζνα, όπωσ
εφοςμα ξφλα και βερνίκια που μοςχοβολοφν ςαν κυμίαμα, ϊςτε
ο αςπαηόμενοσ τθν εικόνα να αιςκάνεται αυτιν τθν πνευματικι
ευωδία. Θ τεχνικι τθσ αγιογραφίασ διατθρικθκε ςτουσ αιϊνεσ
και παραδόκθκε ακζραιθ ςτουσ ςφγχρονουσ αγιογράφουσ.
3. Θ κεολογία τθσ εικόνασ είναι πάρα πολφ ουςιαςτικι για να ξζρουμε πϊσ
κα αγιογραφοφμε. Δεν περιγράφουμε απλϊσ γεγονότα και τα
αποτυπϊνουμε όπωσ μασ ιρκε ςτο μυαλό. Θ κάκε γραμμι που κάνουμε
και χαράςςουμε είναι μια κεολογία. Ο αγιογράφοσ πρζπει να ξζρει τθν
ερμθνευτικι τθσ Εκκλθςίασ ςε όλα τα γεγονότα για να μπορεί να
αποτυπϊςει πάνω ςτθν εικόνα τθν κεολογία που αποτυπϊνεται μζςα
ςτθν Γραφι και τουσ Πατζρεσ τθσ Εκκλθςίασ μασ. Άρα κανείσ δεν μπορεί
να πάρει και να περιγράψει τα γεγονότα με τθ δικι του φανταςία.
4. τουσ πρϊτουσ αιϊνεσ των διωγμϊν θ
Εκκλθςία είναι προςεκτικι και
ηωγραφίηει απλά ςφμβολα· τον ιχκφ, τον
αμνό, τον ποιμζνα, το ελάφι, το παγϊνι,
τθν άμπελο, τθν άγκυρα και άλλα
παρόμοια. υνεπϊσ θ ηωγραφικι τθσ
είναι ςυμβολικι.
5. Μετά τθ λιξθ των διωγμϊν και τθν
εδραίωςθ του χριςτιανιςμοφ, θ αγιογραφία
από ςυμβολικι κα γίνει ιςτορικι. Θα
εκφράςει τθν ιςτορικι τθσ πορεία, το
ςυνεχιηόμενο απολυτρωτικό τθσ ζργο, τουσ
αγϊνεσ τθσ, τα μαρτφρια τθσ, τθν
αντιμετϊπιςθ των αιρζςεων. Ο Ιθςοφσ, θ
Θεοτόκοσ, οι άγιοι και οι μάρτυρεσ, θ ηωι
τουσ, οι αγϊνεσ τουσ, τα καφματα και τα
μαρτφριά τουσ κ’ αποτελζςουν τθν μεγάλθ
εποποιία των «ιςτοριϊν» του χριςτιανικοφ
ναοφ.
6. Μετά τθν κφελλα τθσ εικονομαχίασ και τθν
οριςτικι νίκθ τθσ ορκόδοξθσ εικόνασ όπωσ
και τθσ επιβολισ του ορκοφ δόγματοσ και
τθσ ορκισ δόξασ περί τθσ εικόνασ, θ
αγιογραφία κακίςταται δογματικι και το
περιεχόμενο τθσ αποβλζπει ςε δογματικζσ
αλικειεσ.
Ο παντοκράτορασ κα βρίςκεται πάντα ςτον
τροφλο και γφρω του οι τζςςερισ
ευαγγελιςτζσ.
Θ «ουράνια λειτουργία» ςτθν κόγχθ του
ιεροφ.
7. Εισ τθν είςοδο του ναοφ, ςτθν κεντρικι
βαςιλικι πφλθ, από τθν οποία ειςερχόμαςτε
από το νάρκθκα ςτον κυρίωσ ναό, κα είναι ο
Χριςτόσ ωσ διδάςκαλοσ, κρατϊντασ το
ευαγγζλιο με το αριςτερό του χζρι και
ευλογϊντασ με το δεξιό. Ο Χριςτόσ είναι «θ
κφρα δια τθσ οποίασ ειςερχόμαςτε ςτθν
ποίμνθ του, τθν Εκκλθςία.
ε άλλεσ
περιπτϊςεισ
θ
«Δζθςθ»
8. Σο δόγμα τθσ παρκζνου ωσ «όντωσ
Θεοτόκου», που κακορίςτθκε ςτθ ςφνοδο
τθσ Εφζςου (431), εικαςτικά κα εκφράηεται
δια τθσ Θεομιτοροσ μετά του παιδίου Ιθςοφ
επί των γονάτων, που κα εικονίηεται ςτθν
κεντρικι
κόγχθ
του
ιεροφ.
Σο δόγμα τθσ πρϊτθσ και δευτζρασ ελεφςεωσ
του Χριςτοφ κα εκφράηει θ παράςταςθ τθσ
«ετοιμαςίασ του κρόνου», με τον κενό κρόνο
τθσ κρίςεωσ και τα όργανα του πάκουσ του
ωτιροσ.
9. Σζλοσ θ αγιογραφία από τουσ χρόνουσ των
Μακεδόνων (867-1056), Κομνθνϊν (10811185), Αγγζλων (1185-1204), και μάλιςτα
κατά τουσ χρόνουσ των Παλαιολόγων (12041453)) κα καταςτεί τζχνθ αφθγθματικι. Οι
εικονογραφικζσ ςυνκζςεισ κα είναι πιο
πλοφςιεσ και με περιςςότερα πρόςωπα.
Ψαλμοί και φμνοι (ωσ ο Ακάκιςτοσ) κα
απεικονίηονται
ςτουσ
ναοφσ.
10. Πάντωσ ς’ όλα αυτά τα ιςτορικά τθσ ςτάδια,
επειδι θ Εκκλθςία ενδιαφζρεται για τθν
υπερκόςμια πραγματικότθτα, θ οποία δεν
παρίςταται αλλά εκφράηεται, θ αγιογραφία κα
εκφράηει τα κζματά τθσ και δεν τα παριςτάνει.
Δεν τθν ενδιαφζρει να παρουςιάςει το φυςικό
κάλλοσ όπωσ οι αρχαίοι Ζλλθνεσ, αλλά να
παρουςιάςει το υπερφυςικό. Δεν παρουςιάηει
τον «καλό καγακό» οφτε τον ιρωα οφτε τον
ακλθτι, αλλά τον άγιο. τθν αρχαιότθτα το
τζλειο παρουςιαηόταν με το φυςικά ωραίο και
καλό. Αντίκετα ςτθν ορκόδοξθ αγιογραφία το
καλό δεν κακορίηεται από τθ φυςικι διάπλαςθ
των προςϊπων και των αντικειμζνων, αλλά από
τον υψθλό ςκοπό που ζχει. Ο άγιοσ
Χρυςόςτομοσ λζγει ότι ςτθν πίςτθ μασ το κάκε τι
είναι καλό, όχι λόγω διαπλάςεωσ και χρϊματοσ,
αλλά λόγω τθσ διακονίασ για το οποίο είναι
προοριςμζνο. Ζτςι ο υψθλόσ ςκοπόσ είναι εκείνο
που ενδιαφζρει τθν Εκκλθςία. Ότι εξυπθρετεί
αυτό το ςκοπό, αυτό και χρθςιμοποιεί.
11. Η επί γθσ εκκλθςία πρζπει να κεωρείται τφποσ και εικόνα τθσ επουρανίου εκκλθςίασ (Διονφςιοσ Αρεοπαγίτθσ). Σα
πάντα εν αυτι ανακαλοφν, πρζπει ν’ ανακαλοφν, τον ουράνιο κόςμο. Αυτό πρζπει να κάνει και θ ορκόδοξθ
ηωγραφικι. Δεν πρζπει να παριςτάνει μορφζσ τθσ κακθμερινισ ηωισ αλλά να εκφράηει τον ουράνιο και υπεραιςκθτό
κόςμο.
Και θ ελλθνικι φιλοςοφία, μάλιςτα θ νεοπλατωνικι, εκφράηει παραπλιςιεσ ιδζεσ. Ο Πλωτίνοσ π.χ. ςτισ «Ενεάδεσ»
του κα μιλιςει περί τθσ ενοράςεωσ του κόςμου «διά των ζςω οφκαλμϊν δι’ ων γίνεται κατανοθτι θ βακυτζρα
ουςία των όντων», πράγμα το οποίο δεν ςυμβαίνει δια των απλϊν εξωτερικϊν εντυπϊςεων, που παρζχουν οι
ςωματικοί
οφκαλμοί.
Απζφυγε λοιπόν θ ορκόδοξθ αγιογραφία τθν απεικόνιςθ τθσ φυςικισ πραγματικότθτασ και αςχολικθκε με τθν
πνευματικι, θ οποία γι’ αυτιν είναι θ υψίςτθ αλικεια. Εδϊ βρίςκεται και θ ποιοτικι διαφορά μεταξφ ορκοδόξου
και δυτικισ τζχνθσ.
12. Χαρακτθριςτικά εικονογραφίασ.
Πρώτο.
Θ εικόνα είναι αναγωγικι και παιδαγωγικι.
«Διαβατικι» τζχνθ και μζςω αυτισ
διαβαίνουμε, γινόμαςτε προςκυνθτζσ και
μζτοχοι τθσ κείασ δόξασ.
Είναι μια «καινι γλϊςςα» και ζνα πζραςμα
που πρζπει να περάςουμε και να το
υπερβοφμε για να φτάςουμε ςτθν «ὑπζρεικόνα», ςτθν απόλυτθ ωραιότθτα.
Είναι ςθμείο μζςω του οποίου ενϊνεται θ
ψυχι με το εικονιηόμενο πρόςωπο.
Όλα αυτά κζλουν να πουν ότι θ εικόνα δεν
είναι μια κρθςκευτικι ηωγραφιά ι ζνα ζργο
τζχνθσ αλλά μια ςυμβολικο-υποςτατικι
παράςταςθ
που
μασ
καλεί
να
επικοινωνιςουμε με το Αρχζτυπό τθσ. Πχ τα
μάτια εικονίηονται μεγάλα για να μασ
κυμίςουν ότι ζχουν δει τα ακζατα.
13. Δεφτερο.
Βαςικι εικονογραφικι αρχι είναι θ ςχθματοποίθςθ. Αυτι προςδίδει κάτι το εξϊκοςμο, επειδι αλλοιϊνει τθν οπτικι υπόςταςθ
των εικονιηόμενων και οδθγεί τον κεατι ςε μια εξωκοςμικι διάςταςθ. Θ ςχθματοποίθςθ αφορά τόςο το ςχζδιο, όςο και το
φωτιςμό. Ο ςχθματοποιθμζνοσ φωτιςμόσ προςδίδει υψθλι πνευματικότθτα και μια ορατι παρουςία του ακτίςτου φωτόσ. τον
«επιτάφιο κρινο» ζχουμε τζλεια ςχθματοποίθςθ και ζντονο φορμαλιςμό. Κάκε ανατομικό ςτοιχείο, κάκε πτυχι τθσ
ενδυματολογίασ εντάςςεται ςτθ γεωμετρικότθτα τθσ καμπφλθσ. Πχ. Σα φρφδια =θμικφκλια, τα μάτια=αμυγδαλωτά, τα
αυτιά=κοχφλια. Θ φφςθ =κυματιςτζσ παρυφζσ βουνϊν. Θ ςτάςθ των μακθτϊν ,το αγκάλιαςμα τθσ Παναγίασ.
14. Τρίτο.
τθν εικόνα όλα παρουςιάηονται λιτά.
Μόνο τα απαραίτθτα χρθςιμοποιοφνται:
«όςα αρκοφν για να εκφράςουν το δόγμα
και τθν ιςτορία». Θ λιτότθτα ταιριάηει
ςίγουρα ςτο
αςκθτικό πνεφμα τθσ
ορκοδοξίασ, αλλά επιλζγεται κυρίωσ διότι
βοθκά ςτθν προβολι του κεντρικοφ
κζματοσ.
Θ
ςυςςϊρευςθ
πολλϊν
ςχθμάτων γραμμϊν, αντικειμζνων, κα
ελάττωνε τθν εντφπωςθ που πρζπει να
προξενεί το κφριο κζμα.
15. Τζταρτο.
Διαφοροποίθςθ ι αλλοίωςθ του ςχιματοσ.
Θ εικόνα δεν δείχνει τθν φυςικι όψθ των πραγμάτων όπωσ θ φωτογραφία, αλλά τθ μεταμορφωμζνθ φπαρξθ και κόςμο. Θ όψθ
χωρίσ να χάςει τα βαςικά χαρακτθριςτικά τθσ προςλαμβάνει μια αλλοίωςθ. Θ μορφζσ είναι ανακαινιςμζνεσ μζςα ςτθ κεία χάρθ.
Θ διαφοροποίθςθ μπορεί να φτάνει και ςτθν υπερβολι. Πχ Άγιοσ Χριςτόφοροσ.
1. Ο ευαγγελικόσ λόγοσ μεταμορφϊνει και ανακαινίηει ακόμα και τα πιο τερατϊδθ όντα.
2. Θ αςχιμια δεν ταυτίηεται με το κακό, οφτε θ ομορφιά με το καλό.
16. Πζμπτο.
Μετωπικι ςτάςθ και τρία τζταρτα.
«θ κατά μζτωπο ςτάςθ βυκίηει το βλζμμα ςτα μάτια
του κεατι και δθμιουργεί άμεςο δεςμό κοινωνίασ
και αγάπθσ»
Θ εικόνα κζλει να δθμιουργιςει μια ςχζςθ
αγαπθτικι και υπαρξιακι ανάμεςα ςτο εικονιηόμενο
και τον κεατι.
Αντίκετα
οι
αμαρτωλοί
και
δαίμονεσ
παρουςιάηονται ςε κατατομι που δθλϊνει τθν
απουςία τθσ κοινωνίασ.
17. Ζκτο.
Θ χριςθ του φωτόσ.
Δεν πρόκειται για το φυςικό φωσ αλλά για
ζνα φωσ «άνωκεν καταβαίνον» και
«ζςωκεν καταυγάηον».
υμβάλλει
ςτθν
παρουςίαςθ
του
ανακαινιςμζνου ανκρϊπου, του αγίου.
Σο πρόςωπο φωτίηεται κεντρικά και
ςκιάηεται περιφερικά γφρω γφρω κοντά
ςτο ζντονο περίγραμμα. Αυτό κάνει τθν
εικόνα ςτυλιηαριςμζνθ και αυςτθρι, διότι
το φωσ δεν υπόκειται ςτουσ φυςικοφσ
νόμουσ. τθ δυτικι τζχνθ το φωσ πζφτει
μονόπλευρα
και
ακολουκεί
τθν
ευκφγραμμθ διάδοςθ θ οποία δθμιουργεί
ςκιζσ, βάκοσ ακόμα και κατάργθςθ του
ςχεδίου. Θ εικόνα λάμπει όχι γιατί λάμπει
ο ιλιοσ, αλλά λάμπει το κάκε ςτοιχείο τθσ
χωριςτά. Δείγμα του ανακαινιςμοφ και
αγιοποίθςισ του. Ενϊ οι δαίμονεσ;
18. Παρουςιάηονται διαφορετικοί ωσ προσ
το φωτιςμό, το μζγεκοσ, τθ μορφι
(αμορφία)
Είναι μορφι μαυριδερι και
ςυρρικνωμζνθ. Δθλαδι δεν μετζχει ςτο
φωσ και είναι μθδαμινόσ.
19. Ζβδομο.
Μια βαςικι αρχι είναι το ότι θ
εικόνα αποτυπϊνει γεγονότα πάνω
ςε δφο διαςτάςεισ, ποτζ ςε τρεισ
διαςτάςεισ. Βλζπετε όταν λζω δφο
διαςτάςεισ, ζχω φψοσ και πλάτοσ,
δεν ζχω βάκοσ. Ο πιςτόσ που
ςτζκεται μπροσ ςτθν εικόνα και
νιϊκει τθν ζλλειψθ του βάκουσ,
γίνεται ο ίδιοσ βάκοσ. Δθλαδι αντί το
βάκοσ να είναι πίςω, το βάκοσ είμαι
εγϊ -ι θ τρίτθ διάςταςθ- που
ςτζκομαι μπροςτά ςτθν εικόνα.
20. Όγδοο.
Κατάργθςθ των φυςικϊν νόμων.
Ανάςτροφθ
προοπτικι
και
αλλοίωςθ του χϊρου.
Σα εικονιηόμενα παριςτάνονται
ςαν να τα βλζπουμε από πολλζσ
οπτικζσ γωνίεσ και όχι από μια.
Ζτςι το όντα δεν επικαλφπτονται
αλλά παρατίκενται. Πχ Βάπτιςθ:
Βουνά, Ποταμόσ , Άγγελοι.
21. Ζνατο.
Θ εικόνα διζπεται από τθν
αρχι τθσ καταργιςεωσ του
χρόνου και του ξεπεράςματοσ
του χρόνου. τθν Εκκλθςία ο
χρόνοσ καταργείται και όλα
γίνονται αιωνιότθτα.
22. Δζκατο.
Μια άλλθ πολφ βαςικι αρχι είναι
το ότι ςτισ εικόνεσ δεν ζχουμε
ςκιζσ. Όλα μζςα ςτθν εικόνα τα
εκφράηουμε ωσ φωσ. Απλϊσ
υπάρχουν μερικζσ πτυχϊςεισ
ενδυμάτων κλπ. αλλά μζςα ςτθν
εικόνα όλα είναι φωσ. Είναι το
φωσ τθσ βαςιλείασ του Θεοφ.
Αυτι είναι μια άλλθ ουςιαςτικι
αρχι που αφορά τθ ςκιά και το
φωσ και το πϊσ εκχζεται πάνω
ςτισ εικόνεσ.
23. Ενδζκατο.
Θ ορκόδοξθ αγιογραφία εκφράηει τθν
καινι κτίςθ, τον κόςμο τθσ χάριτοσ και
ωσ εκ τοφτου είναι αντιρεαλιςτικι.
Εδϊ καταργοφνται εντελϊσ οι
αναλογίεσ.
Δεν τθν ενδιαφζρει ο εφιμεροσ και
φκαρτόσ
κόςμοσ.
Επιηθτεί
να
ανυψϊςει
του
πιςτοφσ
ςτθν
υπερκόςμια, άφκαρτθ και αιϊνια
πραγματικότθτα. Γι’ αυτό είναι
εξπρεςςιονιςτικι,
ςυμβολικι,
αντιρρεαλιςτικι. Παρουςιάηει το
Χριςτό, τθν Παναγία, τουσ αγίουσ με
κεϊκό και υπερκόςμιο μεγαλείο
24. Δωδζκατο.
Δεν είναι τζχνθ επιφανειακι, ρθχι,
εντυπωςιακι (ιμπρεςςιονιςτικι) κατ’
άνκρωπον. Είναι τζχνθ εκφραςτικι
(εξπρεςςιονιςτικι) και εκφράηει το
βάκοσ
τθσ
χριςτιανικισ
κοςμοκεωρίασ. Δεν απευκφνεται μόνο
ςτο ςυναίςκθμα αλλά κυρίωσ και κατά
πρϊτο λόγο ςτο πνεφμα. Δεν
επιδιϊκει τθν ςτιγμιαία και παροδικι
ςυναιςκθματικι εντφπωςθ αλλά τθ
μόνιμθ και διαρκι επί τθσ ψυχισ
επενζργεια.
25. Οι ορκόδοξοι, μθ αποβλζποντασ μόνο ςτο
ςυναίςκθμα αλλά και ςτθ διδαχι τθσ κεολογίασ,
παρουςιάηουν το βαςιλικό μεγαλείο του
Χριςτοφ, το ςυγκρατθμζνο πάκοσ, τθν θρεμία
και τθν γαλινθ με τθν οποία αντιμετωπίηει ο
Χριςτόσ τθν οδφνθ του μαρτυρίου. Ζτςι ενϊ ο
Δυτικόσ ηωγράφοσ παρουςιάηει το ανκρϊπινο
δράμα ςτο οποίο κυριαρχεί ο πόνοσ, θ φρίκθ και
το τραγικό, ο ορκόδοξοσ ηωγράφοσ παρουςιάηει
τθν κελθματικι εν ςταυρϊ κεία κζνωςθ του
κεανκρϊπου. Παρουςιάηει όλο το κεολογικό
βάκοσ του «Σετζλεςται». Παρουςιάηει τον
Χριςτό να ελζγχει τθν ιςτορία και το
«πεπρωμζνο» του. Σον παρουςιάηει ωσ δυνατό
που ξζρει ότι ςε λίγο κ’ αναςτθκεί και όχι ςαν
αδφνατο που απζτυχε ςτθν αποςτολι του. Και θ
Παναγία και ο Ιωάννθσ παρουςιάηονται με
ςυγκρατθμζνθ κλίψθ. Θ Θεοτόκοσ, κατά τον
Γεϊργιο Νικομθδείασ (9οσ αιϊν), «τω πάκει
κοςμίωσ και ουκ αγενϊσ προςωμίλει». Βεβαίωσ,
από τθν εποχι των Παλαιολόγων και μετά,
επικρατεί ςτα πρόςωπα τθσ Παναγίασ και του
Ιωάννου το λεγόμενο ρεαλιςτικό ςτοιχείο. Όμωσ
αυτό είναι ςυγκρατθμζνο και κόςμιο.
26. Δζκατο τρίτο.
Θ αγιογραφία δείχνει τον «καινόν
ουρανόν και τθν καινιν γθ», τον κόςμο
τθσ χάριτοσ. Εκφράηει επίςθσ τθν
επζκεινα του παρόντοσ κόςμου κεία
πραγματικότθτα. Δεν φωτογραφίηει τα
πρόςωπα αλλά τα αναπαριςτά. Γι’ αυτό
ςτα πρόςωπα αφαιρεί τον όγκο και το
βάροσ, τα ςτοιχεία που υπενκυμίηουν τθν
υλικι τουσ διάςταςθ. Σα εξαχλϊνει και τα
εξαγιάηει. Σα λοφηει ςτο φωσ και ςτθ κεία
δόξα. Βζβαια τα ηϊντα πρόςωπα των
βαςιλζων, κτιτόρων και των ςυνοδειϊν
τουσ εμφανίηονται με τισ φυςιολογικζσ
του διαςτάςεισ και τα φυςικά τουσ
χαρακτθριςτικά.
27. τθν Ανατολι ο Χριςτόσ δεν εικονίηεται
ωσ φυςικόσ άνκρωποσ, διότι είναι
Θεάνκρωποσ. Δεν ζχει μία φφςθ. «Εν
εαυτϊ κατοικεί παν το πλιρωμα τθσ
κεότθτοσ ςωματικϊσ (Κολ. 2,9). Ζτςι ο
Χριςτόσ ςτθν Ορκοδοξία εμφανίηεται
«διπλοφσ τθ φφςει». Θ Ηϋ Οικουμενικι
φνοδοσ δογμάτιςε ότι ο Χριςτόσ
εικονίηεται μεν ωσ άνκρωποσ αλλά κατά
τζτοιον τρόπο, ϊςτε με τθν απεικόνιςι
του να μθ χωρίηεται θ ςάρκα από τθν
κεότθτα. Θ ςάρκα είναι «ομόκεοσ και
ομότιμοσ τθσ κεότθτοσ» ςυνεπϊσ χριηει
ιδιαιτζρασ απεικονίςεωσ. Διά τθσ
ενανκρωπιςεωσ «ο απερίγραπτοσ ζγινε
περιγραπτόσ· ο αόρατοσ ορατόσ· ο
αςχθμάτιςτοσ ςχθματίςκθκε· ο άποςοσ
απζκτθςε
ποςότθτα»
(Θεόδωροσ
τουδίτθσ). υνεπϊσ θ Εκκλθςία τθν
ζνςωμον εικόνα του Χριςτοφ «ωσ
υπερκόςμιον κόςμον επαμφιζννυται».
28. Θ
Παναγία
επίςθσ
δεν
παρουςιάηεται ςαν μία απλι
παρκζνοσ, ζςτω και αγνι και
ακϊα, αλλά ςαν Θεοτόκοσ. Θ
απεικόνιςι τθσ τονίηει το δόγμα
τθσ ενςαρκϊςεωσ και όχι απλϊσ το
ανκρϊπινο τθσ πρόςωπο.
29. Σο ίδιο και οι άγιοι, οι οποίοι ηιςανε τθν «νζαν εν Χριςτϊ ηωιν»· που ζγιναν ουρανοπολίτεσ· που ακλιςανε κατά Χριςτόν
και υπζρ Χριςτοφ· που κατορκϊςανε να λάβουν το «άφκαρτον ςτζφοσ» και να καταςτοφν «εικόνεσ τθσ αρριτου δόξθσ
του Χριςτοφ». Δεν μποροφμε να εικονίηουμε τισ μορφζσ τουσ ςαν να είναι απλοί άνκρωποι, που δεν επιςκιάηονται
από τθ χάρθ του Θεοφ. «Ετζρα μεν θ των επουρανίων (ςωμάτων) δόξα, ετζρα δε των επιγείων» (ΑϋΚορ. 15,40). «Και οίοσ
ο επουράνιοσ, τοιοφτοι και οι επουράνιοι» (ΑϋΚορ. 15,48). Οι εικόνεσ των αγίων μασ υπενκυμίηουν ότι «δει το φκαρτόν
ενδφςαςκαι αφκαρςίαν και το κνθτόν ενδφςαςκαι ακαναςίαν» (ΑϋΚορ.15,53).
30. Οι οφκαλμοί, θ μφτθ, τ’ αυτιά παρίςτανται όχι κατά τθ φυςικι και ανατομικι
αλικεια. Κι αυτό διότι δεν είναι απλά βιολογικά όργανα αλλά ζχουν καταςτεί
όργανα του Αγίου Πνεφματοσ και αλλοιωκικανε πνευματικά. Γι’ αυτό δια τθσ
ςχθματοποιιςεωσ και τθσ αντιρρεαλιςτικισ παραμορφϊςεωσ αλλοιϊνονται και
μορφολογικά.
Οι οφκαλμοί ςχθματίηονται μεγάλοι και ηωθροί. Εκφράηουν ψυχικι ζνταςθ,
διότι «τα μεγάλα εκεάςαντο». Δι’ αυτϊν τα καυμάςια του νόμου του Θεοφ και
των ζργων του δθμιουργοφ ειςιλκαν ςτθ ςυνείδθςθ του εικονιηόμενου.
Τα ώτα το ίδιο. Άκουςαν τα μυςτιρια του Θεοφ· πρόςεξαν τισ κείεσ αποκαλφψεισ
και όχι ςτισ κοςμικζσ ειδιςεισ και ποικίλεσ ακοζσ. Οι άγιοι είχαν «ϊτα ακοφειν»
τον
λόγον
του
Θεοφ
και
τισ
εντολζσ
του.
Η μφτθ το ίδιο. Δεν επιτελεί φυςιολογικι λειτουργία. Δεν οςφραίνεται τα του
κόςμου, αλλά «οςμιν ευωδίασ πνευματικισ», τθν «ευωδίαν τθσ Αγίασ Σριάδοσ»
(Δίδυμοσ Συφλόσ), τθν «οςμιν αφκαρςίασ» τθν οποίαν αναδίδει ο Χριςτόσ και το
Άγιο
Πνεφμα
(Ειρθναίοσ).
Το ςτόμα ςχεδιάηεται μικρό· ενίοτε χάνεται μζςα ςτα μουςτάκια των αγίων.
Δεν μεριμνά ο άγιοσ τι κα φάει και τι κα πιει. Ηθτά τθν βαςιλεία του Θεοφ και
ξζρει ότι όλα όςα του χρειάηονται κα του τα προςφζρει ο Θεόσ. Σρϊγει ελάχιςτα
και τ’ απολφτωσ απαραίτθτα. Μιλά τ’ αναγκαία και εντελϊσ πνευματικά.
31. Το φωτοςτζφανο ςτθ Δφςθ είναι το μόνο ςφμβολο αγιότθτασ. Είναι τόςθ θ κοςμικότθτα των
προςϊπων που, αν δεν υπιρχε κι αυτό, με κανζνα τρόπο δεν κα φαινόταν ότι είναι άγιοι.
τθν ορκόδοξθ αγιογραφία τθν αγιότθτα τθ δείχνει θ όλθ μορφολογία, θ τεχνικι και θ τεχνοτροπία
τθσ αγιογραφίασ. Σο φωτοςτζφανο μάλιςτα λείπει από τθν αγιογραφία των παλαιοτζρων
χριςτιανικϊν παραςτάςεων και εξ οριςμζνων ςκθνϊν τθσ αγιογραφίασ των βυηαντινϊν χρόνων. Ζτςι ο
Χριςτόσ, θ Παναγία και οι άγιοι ςτθ ηωγραφικι των κατακομβϊν δεν φζρουν φωτοςτζφανο. Επίςθσ ςε
ςαρκοφάγουσ του 4ου αιϊνοσ, ςε ελεφάντινα του 4ου-6ου αιϊνοσ και ςε μερικά ψθφιδωτά δεν
υπάρχουν φωτοςτζφανα. τισ παραςτάςεισ τθσ Πεντθκοςτισ, τθσ Αναλιψεωσ του Χριςτοφ,
Κοιμιςεωσ Θεοτόκου κ. ά. οι απόςτολοι ιςτοροφνται ςυνικωσ χωρίσ φωτοςτζφανο.
Σο φωτοςτζφανο ςτθν ορκόδοξθ αγιογραφία απεικονίηει τθν ακτινοβολοφςα δόξα του προςϊπου του
αγίου. Περιβάλλει τθν κεφαλι, διότι αυτι είναι το κζντρο τθσ προςωπικότθτασ του ανκρϊπου. τθ
δφςθ το φωτοςτζφανο είναι κάτι το εξωτερικό. Δεν εφάπτεται τθσ κεφαλισ και κεωρείται τρόπαιο
νικθφόρου ακλιςεωσ παρά ανταφγεια προςωπικι που προζρχεται ζςωκεν του ανκρϊπου.
32. Τα
χζρια
ηωγραφίηονται
αςχζτωσ
τθσ
φυςικισ
πραγματικότθτασ. Σα δάκτυλα των χεριϊν είναι υπζρμετρα
μεγάλα. Εκφράηουν ζνταςθ ψυχικι. Δι’ αυτϊν προβάλλεται
και ερμθνεφεται το ψυχικό βίωμα τθσ μορφισ που εικονίηεται.
Θ δεξιά του Χριςτοφ που ευλογεί είναι δυςανάλογα μεγάλθ
και ςε πολλζσ περιπτϊςεισ λαμβάνει τισ διαςτάςεισ τθσ
κεφαλισ. Θζλει να τονίςει ο αγιογράφοσ ότι θ ευλογία που
παρζχεται
είναι
κεϊκι,
υπερφυςικι,
ανεκτίμθτθ.
Θ χείρα του Παντοκράτοροσ που κρατά το ευαγγζλιο κι αυτι
τεράςτια για να δείξει ότι το ευαγγζλιο δεν είναι «κατ’
άνκρωπον»· δεν είναι κοινό βιβλίο· αλλά είναι το κατ’ εξοχιν
κεϊκό
βιβλίο.
Ο δείκτθσ τθσ δεξιάσ του Προδρόμου, που δείχνει τον Χριςτό
(Κδε ο αμνόσ του Θεοφ ο αίρων τθν αμαρτίαν του κόςμου),
είναι εμφανϊσ μεγάλοσ. Θζλει να δθλϊςει ότι ο Χριςτόσ που
δείχνει είναι μεγάλοσ και μεγάλο το ζργο του.
33. Τα πόδια κι αυτά παρίςτανται
αντιφυςιοκρατικά. Ραδινζσ (λεπτζσ και
ευλφγιςτεσ) οι κνιμεσ, ιςχυρι κοίλανςθ
του πζλματοσ, μακροδακτυλία ι άλλοτε
ιδιόρρυκμοσ
πλατυποδία,
ζντονθ
κφρτωςθ τθσ πτζρνασ είναι τα ςυνικθ
εικαςτικά γνωρίςματά τουσ. Θζλει να
δείξει με τισ παραμορφϊςεισ αυτζσ θ ιερά
τζχνθ ότι δεν ενδιαφζρεται για τθ φυςικι
ωραιότθτα και τα φυςικά πλεονεκτιματα
ο Θεόσ. Άλλα είναι τα προςόντα και τα
χαρίςματα των αγίων. Θ αγάπθ, θ χαρά, θ
ειρινθ, θ μακροκυμία, θ χρθςτότθτα, θ
αγακωςφνθ, θ πίςτθ, θ πραότθτα, θ
εγκράτεια, που είναι χαρίςματα του Αγίου
Πνεφματοσ (Γαλ. 5,22) αυτά είναι που
τουσ κοςμοφν και τουσ χαριτϊνουν και
τουσ καταξιϊνουν ενϊπιον του Θεοφ.